Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

κουβεντούλα μὲ τὸν Πλάτωνα




Μετά τό προχθεσινό του Σαμαρά τι λλάδα εναι θωρακισμένη, πεσα νά κοιμηθ συχος μετά πό πολύ καιρό λλά μερκές φορές βλέπω κάτι νειρα...


Φςσκότος, ληθέςψευδές, γvώσηγvοια εναι τά βασικά μοτίβα πάvω στά ποα οκοδομεται λληγορία το σπηλαίου το Πλάτωvα.
 


Δν μπορ ν επ μ βεβαιότητα ν ταν Πλάτωνας ατς πο ρθε, ν τν πισκέφτηκα γώ. πως κα ν 'χει, πιάσαμε τν κουβέντα γι τν επικρατούσα κατάσταση, τα πρόσφατα γεγονότα, κάτι συγκεντρώσεις, κάτι διαμαρτυρίες κα τ τοιατα.

Ρωτάω πο λέτε τν μπάρμπα Πλάτωνα κα το λέω:

Ρέ σύ μπάρμπα, σύ πο εσαι καί μεγάλο κεφάλι, καί σπουδαος φιλόσοφος λλά παρ' λα ατά, σ’  χει γκαλιάσει τό πιό συντηρητικό (μή σού π καί τό πιό ντιδραστικό) κομμάτι τς κοινωνίας, θέλω τή γνώμη σου:

Μπορες νά μο πες τί στό καλό χουμε πάθει λοι μας καί οτε καν μπορομε νά νειρευτομε να μέλλον χωρίς ξουσία καί κμετάλλευση; Σά μαλάκες, κάθε φορ γκλωβιζόμαστε στήν κάστοτε μερησία διάταξη τν ζητημάτων πού θέτει ξουσία καί ο μισθοι προπαγανδιστές της. Καί κούγονται συνθήματα καί κραυγές "χι στή λιτότητα" καί "χι στό μνημόνιο" καί "ξυπνήσαμε, ς δ ταν" καί τέτοιες παρλαπίπες, χωρίς νά γγίζουμε στόν πυρήνα το λου θέματος, ποος καταφανς εναι δια παρξη κυριαρχίας καί κμετάλλευσης. ρρέτω ς κόρακας, τίς πταίει πο χουμε ξεφτελιστε τόσο πολύ καί οτε πο μπορομε νά ραματιστομε κόμα καί ς ψευδαίσθηση τήν λευθερία;

γέροντας, ξυσε πέντε δευτερόλεπτα τό κεφάλι του κι λλα πέντε το μούσι του, μέ κοίταξε στοχαστικά καί μο επε:

Κοίτα ρέ μάγκα Βούς, ψυχή σς χει χει γίνει κομματάκια. χει χωριστε σέ τέσσερα κομμάτια. Καί κάθε κομμάτι τραβάει τά δικά του ζόρια, τά δικά του παθήματα. Φαντάσου τό σχηματικά: τό πρτο κομμάτι τό ποπάνω νά εναι νόηση, ποκάτω νά εναι τό πνεμα, διάνοια, λίγο παρακάτω πίστη καί τελευταία γνώμη, εκασία. 

Τόν κοίταξα μέ τήν πορία στό βλέμμα. Τί σχέση εχαν ατά πο λεγε; λλά δέν μίλησα τόν φησα νά συνεχίσει –σεβάστηκα τά 2000 τόσα χρόνια του.

Συνέχισε, λλά γιά νά μέ δυσκολέψει σκατόγερος τό γύρισε στά  ρχαα λληνικά:

"πείκασον τοιούτω πάθει τν μετέραν φύσιν παιδείας τ περ κα παιδευσίας. δ γρ νθρώπους οον ν καταγείω οκήσει σπηλαιώδει, ναπεπταμένην πρς τ φς τν εσοδον χούση μακρν παρ πν τ σπήλαιον, ν ταύτη κ παίδων ντας ν δεσμος κα τ σκέλη κα τος αχένας, στε μένειν τ ατος ες τ τ προσθεν μόνον ρν, κύκλω δ τς κεφαλς π το δεσμο δυνάτους περιάγειν, φς δ ατος πυρς νωθεν κα πόρρωθεν καόμενον πισθεν ατν, μεταξ δ το πυρς κα τν δεσμωτν πάνω δόν, παρ’ ν δ τειχίον παρωκοδομημένον, σπερ τος θαυματοποιος πρ τν νθρώπων πρόκειται τ παραφράγματα, πρ ν τ θαύματα δεικνύασιν".
 
Τν κοίταξα μ πορία κα το επα:

-ραία ατ πού μου λές. Κα λοιπόν;

Πρε τ γνωστ φος το δασκάλου κα συνέχισε:

…τοίνυν παρ τοτο τ τειχίον φέροντας νθρώπους σκεύη τ παντοδαπ περέχοντα το τειχίου κα νδριάντας κα λλα ζα λίθινα τ κα ξύλινα κα παντοία εργασμένα, οον εκς τος μν φθεγγομένους, τος δ σιγώντας τν παραφερόντων…

δ κρινα σκόπιμο ν τν διακόψω λέγοντάς του:

-Σιγ ρ γερομπάρμπα, δν πάρχουν τέτοιοι δεσμτες στς μέρες μας... μπορε στ χρόνια σου…

νθυποχαμογέλασε κα μο επε: 

μοίους μίν, σκέψου ν τος λέμε ρ Βούς! τος γρ τοιούτους πρτον μν αυτν τ κα λλήλων οει ν τί ωρακέναι λλο πλν τς σκις τς π το πυρς ες τ κατάντικρυ ατν το σπηλαίου προσπιπτούσας; Ε ον διαλέγεσθαι οοι τ' εεν πρς λλήλους, ο τατα γ ν τ ντα ατος νομίζειν περ ρεν; Τί δ' ε κα χ τ δεσμωτήριον κ το κατάντικρυ χοι; ποτε τς τν παριόντων φθέγξαιτο, οει ν λλο τί ατος γεσθαι τ φθεγγόμενον τν παριοσαν σκιάν; Παντάπασι δή, ν δ' γώ, ο τοιοτοι οκ ν λλο τί νομίζοιεν τ ληθς τς τν σκευαστν σκις.

δ ρχίζω ν μπαίνω στ νόημα, κα ρχίζω ν καταλαβαίνω τί λεγε παππούλης. 

-Μπαγάσα παππού, τελικ κι σ δικός μας εσαι... το επα.

Χαμογέλασε κα συνέχισε:

Σκόπει δή, μαγκάκο Βούς, ατν λύσιν τ κα ασιν τν τ δεσμν κα τς φροσύνης, οα τς ν εη, ε φύσει τοιάδε συμβανοι ατος· ποτε τς λυθείη κα ναγκάζοιτο ξαίφνης νίστασθαι τ κα περιάγειν τν αχένα κα βαδίζειν κα πρς τ φς ναβλέπειν, πάντα δ τατα ποιν λγο τ κα δι τς μαρμαρυγς δυνατο καθορν κενα ν τότε τς σκις ώρα, τί ν οει ατν επεν, ε τς ατ λέγοι τι τότε μν ώρα φλυαρίας, νν δ μλλον τί γγυτέρω το ντος κα πρς μλλον ντα τετραμμένος ρθότερον βλέποι, κα δ κα καστον τν παριόντων δεικνς ατ ναγκάζοι ρωτν ποκρίνεσθαι τι στιν; οκ οει ατν πορεν τ ν κα γεσθαι τ τότε ρώμενα ληθέστερα τ νν δεικνύμενα;

Εχα ρχίσει πλέον ν μπαίνω γι τ καλ στ νόημα:-

-τσι δουλεύει γαμημένη λλοτρίωση ρ μπάρμπα... καλ τ λές...

γέροντας πρε θάρρος κα συνέχισε:

Οκον κν ε πρς ατ τ φς ναγκάζοι ατν βλέπειν, λγεν τ ν τ μματα κα φεύγειν ποστρεφόμενον πρς κενα δύναται καθορν, κα νομίζειν τατα τ ντι σαφέστερα τν δεικνυμένων; Ε δέ, τέκνον Βούς, ντεθεν λκοι τς ατν βία δι τραχείας τς ναβάσεως κα ναντούς, κα μ νείη πρν ξελκύσειεν ες τ το λίου φς, ρα οχ δυνάσθαι τ ν κα γανακτεν λκόμενον, κα πειδ πρς τ φς λθοι, αγς ν χοντα τ μματα μεστ ρν οδ' ν ν δύνασθαι τν νν λεγομένων ληθν;  Συνηθείας δ ομαι δέοιτ' ν, ε μέλλοι τ νω ψεσθαι. κα πρτον μν τς σκις ν ράστα καθορ, κα μετ τοτο ν τος δασι τ τ τν νθρώπων κα τ τν λλων εδωλα, στερον δ ατά· κ δ τούτων τ ν τ οραν κα ατν τν ορανν νύκτωρ ν ράον θεάσαιτο, προσβλέπων τ τν στρων τ κα σελήνης φς, μεθ' μέραν τν λιον τ κα τ το λίου.

Μ παρακολουθες ρ Βος

Το πάντησα:

-Μπάρμπα, μν νησυχες, σ πιάνω. Συνέχισε.

Τελευταον δ ομαι τν λιον, οκ ν δασιν οδ' ν λλοτρία δρα φαντάσματα ατο, λλ' ατν καθ' ατν ν τ ατο χώρα δύναιτ' ν κατιδεν κα θεάσασθαι οος στιν. Κα μετ ταύτ' ν δη συλλογίζοιτο περ ατο τι οτος τς τ ρας παρέχων κα νιαυτος κα πάντα πιτροπεύων τ ν τ ρωμένω τόπω, κα κείνων ν σφες ώρων τρόπον τιν πάντων ατιος. Τί ον; ναμιμνησκόμενον ατν τς πρώτης οκήσεως κα τς κε σοφίας κα τν τότε συνδεσμωτν οκ ν οει ατν μν εδαιμονίζειν τς μεταβολς, τος δ λεεν;

Κα τόδε δ ννόησον, τέκνον Γεώργιε.

ε πάλιν τοιοτος καταβς ες τν ατν θάκον καθίζοιτο, ρ' ο σκότους ν ναπλεως σχοίη τος φθαλμούς, ξαίφνης κων κ το λίου; Τς δ δ σκις κείνας πάλιν ε δέοι ατν γνωματεύοντα διαμιλλάσθαι τος ε δεσμώταις κείνοις, ν μβλυώττει, πρν καταστναι τ μματα, οτος δ' χρόνος μ πάνυ λίγος εη τς συνηθείας, ρ' ο γέλωτ' ν παρασχοι, κα λέγοιτο ν περ ατο ς ναβς νω διεφθαρμένος κει τ μματα, κα τι οκ ξιον οδ πειράσθαι νω έναι; κα τν πιχειροντα λύειν τ κα ναγειν, ε πς ν τας χερσ δύναιντο λαβεν κα ποκτείνειν, ποκτεινύναι ν;

Θεώρησα τ πρέπον ν τν διακόψω λέγοντάς του: 

Κατάλαβα μπάρμπα... Μία ζω θ μ λένε προβοκάτορα... Φτο γαμτο! Φε!, γιατί γ περίμενα τ λεγόμενά σου ν μο νοίξουν νέες επιλογές συλλογικς δράσης... ν σ λο τ ζήτημα τ αντιλαμβάνεσαι διαφορετικά, το τοποθετείς καθαρά σε προσωπικ πίπεδο... Ά, ρ μπάρμπα, μ πογοητεύεις...

Τσαντίστηκε κα μο πάντησε:

Κοίτα ρ σ Βούς, βασικ λα ατ πού σου νάφερα εναι ποσπάσματα π τ 514 κα μετά, τς Πολιτείας. Μ τόσο στούρνος εσαι; Δν ναγνώρισες τ λόγιά μου;
Ε, λοιπν δν περίμενα π σένα ν πέσεις στ λακκούβα τν χαζ - νόητων νομίζοντας τι τ λόγια μου εναι κατάλληλα μόνο γι προσωπικό περβατικό διαλογισμό και χρήση. Πρέπει ν εσαι πολ βλάκας τελικά. 

Διότι, ν διαβάσεις με προσοχή τ λεγόμενά μου, θ διαπιστώσεις μφοβος τι τελειώνουν μ τ αποσφήνηση τι σα λέω φορον:

"δεν τν μέλλοντα μφρόνως πράξειν δια δημοσία". (Πολιτεία 517c )

Μ πιάνεις, ρ Βος:

κα στν διωτικ κα στ δημόσια ζωή…

ποτε, ρ μάγκα Βούς, κάτσε κάτω κα ξαναδιάβασέ με και σκέψου…
Καί μήν ξεχνς πς λα σα σου επα ξεκίνησαν μέ τή σημαντική παρατήρηση πς φορον "τήν μετέραv φύσιv παιδείας τέ περί καί παιδευσίας".

πότε σύ ς "μέλλοντας μφρόνως πράξειν" τί δουλειά χεις νά συναγελάζεσαι μέ ππορτουνιστές τάχατες μορφωμένους (λλά στήν πραγματικότητα ντελς καλλιέργητους) ψευτοαριστερούς –καί κάτι ναρχοαριστεριστές το κώλου, πιστεύοντας τι εναι δυνατόν μαζί τους ν' λλάξεις τόν κόσμο; Ε;

Πλακώσου στό διάβασμα λέμε ρέ!

Καί λέγοντας ατά, γινε καπνός καί ξαϋλώθηκε.

λληγορία το σπηλαίου το Πλάτωνα εναι να τραγικά πίκαιρο κείμενο. Κόσμος το σπηλαίου εναι ασθητός κόσμος, ποος περιγράφετε σέ ντιστοιχία μέ τό νοητό κόσμο. Ο νθρωποι το σπηλαίου ζον μέσα στήν γνοια. ν βλέπουν τίς σκιές τν πραγμάτων, κάθε νας νομίζει τι ξέρει τήν λήθεια. Εναι μως δεσμευμένος στά πάθη του, στίς ψευδαισθήσεις καί στίς προκαταλήψεις του. πολιτική κοινωνία, τήν ποία συμβολίζει κοινωνία τν δεσμωτν, δέν στηρίζεται πάνω στή δικαιοσύνη καί στήν ξιοκρατία. Στήν κοινωνία ατή ο δημαγωγοί πολιτικοί καί χι σοι χουν ριστη παιδεία χουν τήν ξουσία. Ο λαοπλάνοι - δημαγωγοί νοίγουν τόν δρόμο πού δηγε στήν καταστροφή.

Κα γι ποιον θέλει τ κείμενο κα τν μετάφραση τς λληγορίας το Πλάτωνα, κλίκ δ (διαβάστε τ σύντροφοι εναι διαχρονικ τ κείμενο)

Δρ Γεώργιος Βος






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου