Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Περί παπουτσιών




Γνωστή η ιστορία.


Κάποτε ένας πανίσχυρος αλλά βλάκας βασιλιάς παραπονιόταν ότι το άγριο έδαφος που υπήρχε σχεδόν σε όλο του το βασίλειο, πλήγωνε τα πόδια του όταν περπατούσε. Διέταξε λοιπόν, μετά από αρκετή σκέψη, να καλυφθεί όλο το έδαφος στο βασίλειό του με δέρμα αγελάδας έτσι ώστε όταν περπατούσε να μην πληγιάζουν τα πόδια του.

Ο σαλεμένος της αυλής όμως όταν το άκουσε, είπε πως η ιδέα του βασιλιά ήταν για γέλια.

Ο βασιλιάς τα πήρε στο κρανίο και είπε στον τρελό : «Δείξε μου εσύ έναν καλύτερο τρόπο ειδεμή  θα σου κόψω το κεφάλι!».

Ο σαλεμένος είπε : «Πες να σου κόψουν μικρά κομματάκια  δέρματος για να καλύψεις απλώς τα πέλματα των ποδιών σου».

Κι έτσι φτιάχτηκαν τα πρώτα παπούτσια.

Η ιστορία θέλει να μας πει πολλά και διάφορα ωφέλιμα πράγματα.
Ωστόσο, αποφεύγει να μπει στο ακανθώδες θέμα που αφορά το ότι μαζί με τα παπούτσια προέκυψαν και τα νούμερα.

Στα παπούτσια μας εννοείται.


Ωστόσο, θετικό -και  φαινομενικά άσχετο, βέβαια- είναι το ότι υπάρχουν και κόκκινα  παπούτσια.


 
 

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

κι ύστερα… ήρθε η τηλεόραση







Θυμάμαι τότε που ήμουνα παιδί… Εκείνα τα χρόνια, τα χωρίς τηλεόραση, την εποχή του ραδιοφώνου με τα δελτία ειδήσεων, την εποχή της βεγγέρας και των μαζώξεων, της κουβέντας των μεγάλων στη σάλα και στα καφενεία, επί παντός του επιστητού ή όχι… Κυριαρχούσε το κουτσομπολιό, συγκεκαλυμμένες συζητήσεις περί σεξ, αναμνήσεις από τον εμφύλιο και την πείνα της Κατοχής, και ατέρμονες πολιτικές συζητήσεις… Τότε που κρυφακούγαμε εμείς οι πιτσιρικάδες, μπας και "πιάσουμε " τίποτα από όλα αυτά τα… μαγευτικά και σπουδαία, που αφορούσαν μόνο τους μεγάλους… Και "πιάναμε " ακαθόριστες έννοιες, την …έξαψη των μεγάλων, με λέξεις ακαταλαβίστικες για εμάς τότε… όπως "εκλογές", "λαομίσητος " , "βία και νοθεία ", "ένα ένα τέσσερα ", "επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων ", "Σύνταγμα " και… "Ανένδοτος "

Μετά ήρθε η χούντα και άρχισε ένα απίστευτα άγριο ταξίδι μέσα στη νύχτα και η σιωπή κάλυψε τα πάντα, ούτε να κρυφακούσουμε δεν μπορούσαμε…

Κι ύστερα… ύστερα κάπου εκεί ήρθε και η τηλεόραση.

Μυσταγωγία, όλη η οικογένεια μαζί με φίλους και γείτονες που δεν είχαν τηλεόραση, με τα φώτα χαμηλωμένα η σβηστά, και με την σιωπή να κυριαρχεί, και τον παράξενο ταξιδιώτη με το μικρό βαλιτσάκι στο χέρι να περιδιαβαίνει στην φωσφορίζουσα οθόνη.


Μετά μεγαλώνοντας σιγά σιγά ζήσαμε το κυπριακό δράμα το πολυτεχνείο, τις διαδηλώσεις και όλη εκείνη την πανηγυρική εποχή της μεταπολίτευσης.

Κι ύστερα… το "ένα ένα τέσσερα ", έγινε… "αλλαγή" και μετά από κάμποσα χρόνια… "λεφτά …υπάρχουνε". Κι ώσπου να έλθει το πλήρωμα το χρόνου και να γίνουν όλα αυτά, βρεθήκαμε εμείς, μεγάλοι πια, να είμαστε καθισμένοι στον καναπέ, και τα παιδιά να μην νοιάζονται πια για κρυφακούσματα στους μεγάλους παρά μόνο για κάτι διαγωνισμούς τραγουδιού, κάτι χορούς των αστέρων ξέρω και γω πως τους λένε, της τηλεόρασης… και εμείς χωρίς ελπίδα, βουβοί, και προπαντός χωρίς παρέα, και χωρίς… "έξαψη" να βουρκώνουμε μόνοι… κατάμονοι… παρέα μόνο με μια φωσφορίζουσα οθόνη.

Κι ύστερα, ήρθε η ανατριχίλα της Κρίσης

Και τότε… τότε, η φωσφορίζουσα οθόνη της τηλεόρασης, έγινε τρομακτική… τόσο ανατριχιαστική, κάτι σαν ταινία τρόμου, σαν ο πνεύμα του κακού " (Poltergeist), σαν όλα τα κακά και τρομαχτικά στοιχειά του σύμπαντος, να ξεφυτρώνουν από την φωσφορίζουσα οθόνη και να απειλούν την τόσο εύθραυστη ψυχική ισορροπία μου.

Και δεν ήθελα άλλο πια να είμαι μπροστά της, αλλά ήθελα να το βάλω στα πόδια… να φύγω μακριά…  πολύ μακριά κι αγύριστα…

Κι ύστερα ξύπνησα… απότομα και μούσκεμα στον ιδρώτα…

Τι καλά να ήταν όνειρο… Να ήταν απλά και μόνο ένα ακόμη  τρομακτικό όνειρο… ένας εφιάλτης.

Σας μελαγχόλησα… συγνώμη, παρενέργειες της ηλικίας ίσως…