Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Η μυθολογία του καλοκαιριού









Το λληνα τράχηλος ζυγ δν ποφέρει. Πλάκωσε τ καλοκαίρι κα ο βάρβαροι πρ τν πυλν. Ποι ΔΝΤ κα πράσινα λογα. Καλοκαίρι σου λέει λλος.                                                                                
                                                                             
γαπάω μ τν καρδιά μου, τ καλοκαίρι κι ς λένε μερικοί, τί σκατοεποχ εν' ατή. καλύτερη ποχή, ἐὰν φαιρέσεις τν λιο. Προσπαθ ν συγκεντρώσω πογραφς γι τν κατάργηση τν καλοκαιριν, λλ κανες δ μ νοιώθει. Κανες δν πογράφει. λοι προσμένουν τ καλοκαίρι. Κα γ τ περιμένω, λλ μ πέχθεια. Ξεκινάει τ μαρτύριό μου, τ ξέρω. Θ μποροσα ν παριθμήσω πάνω π διακόσιους λόγους, γι τος ποίους ποστρέφομαι τ καλοκαίρι, λλ μετ τν κατοστ τριακοστ πέμπτο θ πρέπει ν σκέφτομαι κα βαριέμαι.

λα τ δειν χουν ν κάνουν μ τν λιο. Γι ν γγίξεις τ τιμόνι, χρειάζονται γάντια ξυγονοκολλητή. κλος σου καίγεται σν μπριτζόλα μοσχαρίσια  πάνω στ καθίσματα. Καβαλς  μηχανή; κόμη χειρότερα τ πράγματα. Εναι μυθολογία τι ο μοτοσυκλέτες ταιριάζουν μ τ καλοκαίρι. Ο μηχανς εναι γι χτ μνες τ χρόνο, π κτώβριο μέχρι κα Μάιο. Μετ τέλος. τσι κα φς καλοκαιριάτικα κουτρουβάλα  μ τ μηχανή, τ γάμησες. Θ' φήσεις κάμποσα κομμάτια κρέας στν σφαλτο κα εναι κρίμα. Ἐὰν διαθέτεις στοιχειώδη σοβαρότητα ν φορς κράνος, τ κρανίο σου γίνεται λιακς θερμοσίφωνας- elco κα τ μυαλό σου χυλός.

Τ καλοκαίρι, λόγω ζέστης δν φορς μπουφάν, ρα δν χεις ρκετς τσέπες, ποχρεώνεσαι ν χώνεις στς δύο κωλότσεπες π κλειδι κα τσιγάρα  μέχρι πορτοφόλι, κα κινητό, κα  τι λλα σκατ κουβαλς μαζί σου. τσι μως, μ τόσα ντικείμενα συσσωρευμένα πίσω, κλος σου  προβάλλει τουρλωτός, μιλμε σ σκέτη βραζιλιάνα, πο βολτάρει στν Κοπακαμπάνα ψάχνοντας  γι πελάτη.

νας πιπλέον μύθος εναι τι τ παγωτ συνδέονται μ τ καλοκαίρι. Τ παγωτ εναι γι χτ μνες τ χρόνο, π κτώβριο μέχρι κα Μάιο. Μετ τέρμα. Τ καλοκαίρι λιώνουν κατ τρόπο γλοιώδη κα βρωμνε κιόλας. Ο καφέδες, τ διο. Εναι μυθολογία τι παγωμένος φραπς κα ο φρέντοκαπουτσινοι εναι γι τ καλοκαίρι. Μέσα σ να  λεπτ χουν γίνει σν τς γουρούνας  τ κάτουρο κα δν πίνονται. ποτε, δίχως καφέδες, ποχρεώνεσαι ν πίνεις νερ κα τσάγια, μ συχνότητα μεγαλύτερη π καμηλιέρη στν ρημο. Κα βέβαια, λοι ξέρουμε τί συμβαίνει ἐὰν πίνεις να κόρακα τσάγια. λλ κα τί ν κάνεις; Ν κορακιάσεις;

ναψυκτικ κα μπύρες;  λλος  μύθος. Ζεσταίνονται σ χρόνο μηδν  κα δν πίνονται, κτς πι κι ν εσαι γγλος  χουλιγκάνος, ποτε δν σ νοιάζει κα τόσο. θάλασσα. λλος μύθος,  τουτέστιν, τι ο λληνες κα θάλασσα χουν ρρηκτους δεσμούς. Ποιος δεσμούς;  Πρώτη χώρα σ πνιγμούς, παγκοσμίως. Δύο σάντουιτς, πέντε μπύρες κα μία βουτι νδιαμέσως, ατς εναι δεσμός. Κα σοι πιζήσουν, στ φαγάδικο γι τ συνέχεια. Κα τμόσφαιρα. Βρωμοκοπάει  ντηλιακά. Θ ξεράσω.

Καλά, γι τ ντομα, δν μιλάω. Προσωπικά, χρησιμοποι π χρόνια μία ριζοσπαστικ ντομοαπωθητικ μέθοδο δικς μου νακάλυψης, μ κορτιζόνη. Καταπίνω κάνα δυ Xozal τ πρωί, μ τν καφέ μου, κα μετ δώθε πνε ο λλοι. ποιο κουνούπι τολμήσει ν μ τσιμπήσει, θυσιάζεται πιτόπου. σε πο κορτιζόνη στρώνει κα τ μουτσούνα κα ξεκλέβω κάτι χρονάκια, γι πλάκα. Δ μ κάνεις πάνω π πενήντα, μ τίποτα. Κα πολλ λέω. Μετά, ταν  φύγει τ καλοκαίρι, σταματ τν κορτιζόνη γι χτ μνες, πως κοβε λήστου Κεντέρης τ ναβολικ  πρν τος γνες.

Τ καλοκαίρι εναι ποχ τς καφρίλας. Το χλου. λα στ φόρα. Τάβλι στ μπαλκόνια, λλο πάλι κι ατό. Ρ μαλακοπίτουρα, χω γ νομίζεις ρεξη ν΄κούω  τ  χτυπήματα π τ πούλια κα τ ζάρια σου; Μπέκα μέσα στ σπίτι σου κα παξε κα μπαρμπούτι, μα λάχει. Κα φώναξε μέ. Καψουροτράγουδα τέρμα τν νταση, κα μ νοιχτ παράθυρα. Κτηνωδία. Θόρυβοι  π μαχαιροπήρουνα κα ργατικς σιαγόνες. Καυγάδες ζευγαριν. Χωρίστε, ρ πούστη ν τελειώνουμε. Κι πάνω πο χουν ρεμήσει λίγο τ πράγματα κι ρχίζει ν κλίνει τ μάτι σου τσούπ….  ” χω καλ καρπούζια, λτε ν πάρετε καρπούζια…”    γύφτος τς γειτονις σου.  Μεσημεριάτικα κα μ τ μεγάφωνο τέρμα. Κανες δν πάει χαμένος.

Ο δρόμοι; μία κόλαση. Πο πάτε ρ μοθυμαδόν; Γι μπάνιο, λέει. Κα γιατί πάτε γι μπάνιο; πειδ σκμε π τ ζέστη. ναφτε τ air-condition. Κνε να καταιονισμό, δελφέ. Βάλτε πάγο στ κεφάλια σας. Χώσου στ ψυγεο. λλ μ μ κοροϊδεύεις τι δθεν πς γι μπάνιο πειδ ψοφς π τ ζέστη. Πές, ρ μαλακοπίτουρα: πηγαίνω γι μπάνιο, γι τν λόγο τι θέλω ν μαυρίσω (κι λλο; δν σο φτάνει τσι σκορος ποσαι;) Πάω γι μπάνιο, μπς κα γνωρίσω στν πλζ  κάνα καλ γκομενάκι (ναί, σ κα καμι χιλιάδα λιγούρια κόμη. Σπίρτο, μηδν συναγωνισμός). Πηγαίνω γι μπάνιο, πειδ μετ τ μπάνιο θ φάω σν κτνος. Ά!, εγε, τώρα μιλς λήθεια. Τώρα σ παραδέχομαι. Ατς τς λαστιχένιες σαγιονάρες, ρ παίδαρε βλέπω δν τς ποχωρίζεσαι ποτέ.


                         Φετχ σχέτο!!!
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου