Τὶς προάλλες ποὺ τὰ κουβέντιαζα μὲ τὸ φίλο μου τὸ Σπύρο γιὰ τὰ περὶ τῆς κατάστασης γενικῶς, μοῦ λέει σὲ μία στιγμή: «ἄντε ρὲ, νὰ γυρίσουμε πίσω στὰ χωριά μας νὰ φυτέψουμε κήπους νὰ πάρουμε κότες……» νομίζω ὅτι καὶ σὲ κάποια στιγμὴ πρόσθεσε: "νὰ γίνουμε αὐτάρκεις". Τέλος πάντων ἡ λέξη τὴν εἶπε δὲν τὴν εἶπε μου ἔμεινε. Στὸ σπίτι τὸ σκέφτηκα καὶ νομίζω ὅτι τὸ πρόβλημα κάπου ἐκεῖ ἔχει τὴ ρίζα του.
Δὲν διαθέτομεν αὐτάρκεια σύντροφοι.
Δὲν εἴμεθα αὐτάρκεις,
Ὑπερκαταναλώναμε καὶ ὑπερκαταναλώνουμε σὲ μία ἀτμόσφαιρα ὑποτιθέμενου εὐδαιμονισμοῦ. Λατρεύαμε καὶ λατρεύουμε τὸ περιττὸ τὸ παραπανήσιο, καὶ μοχθοῦμε γὶ΄ αὐτό. Φταῖνε οἱ διαφημίσεις στὰ ΜΜΕ; Φταῖνε τὰ χαζοσίριαλ τύπου δυναστείας ποὺ διαμορφώσανε καὶ διαμορφώνουνε τὸ πρότυπό του ἀκόρεστου, τοῦ ἄπληστου, ἀκόμα τοῦ ἄσωτου καὶ τοῦ ἀχαλίνωτου ἀνθρώπου; Φταίει τὸ κλίμα τῆς ἐποχῆς ποῦ μᾶς θέλει ἀνικανοποίητους σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ βίου μας; Φταίει τὸ ξερό μας τὸ κεφάλι…. Ποιὸς ξέρει. Ὅπως ἀπεδείχθη ἐμεῖς πάντως δὲν εἴμαστε αὐτάρκεις … οὔτε ἐγκρατεῖς…. πολλῶ δὲ μᾶλλον ὀλιγαρκεῖς. Ἐπαρκεῖς, ἀρκετοὶ εἶναι οἱ συνετοί, οἱ σώφρονες. Ἀνεπαρκεῖς, ἐλλιπεῖς εἶναι οἱ ἄφρονες μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἐγώ.
Οἱ λέξεις ἀρκετός, διάρκεια, διαρκῆς, ἀνεπάρκεια, ἀνεπαρκὴς, αὐτάρκεια, αὐτάρκης, ὀλιγάρκεια, ἐπάρκεια, ἐπαρκῶ, ἐπαρκῆς, παράγονται ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο ρῆμα ἀρκέω καὶ τὸ παράγωγό του ἄρκος (δὲν ξέρω ἀκριβῶς ἂν τὸ ἄρκος προῆλθε ἀπὸ τὸ ρῆμα ἀρκέω ἢ τὸ ἀντίθετο) ποὺ ἀρχικά, ὅπως θὰ δεῖτε καὶ στὸ Liddel and Scott , σήμαινε εἶμαι ἀρκετὰ ἰσχυρὸς ὥστε νὰ ἀμυνθῶ, ἄρα ἐπαρκῶ, εἶμαι ἀρκετός.
αὐτ-άρκης, ὁ ἐαυτῶ ἀρκῶν, αὐτὸς καθ’ ἑαυτὸν ἐπαρκῆς
ἄρκος, τὸ μέσον πρὸς ἄμυνα ἢ ἀμυντήριον ἢ ὑπεράσπησιν
ἀρκέω, ἀποκρούω, ἀποσοβῶ, προφυλάττω, ἐπαρκῶ, ἀρκῶ
ἐτυμολογικὸ λεξικὸ Hofmann
Ἄρκος λέγανε τὸ ὄργανο γιὰ ἄμυνα γιὰ ὑπεράσπιση, ἤτανε τὸ ἀμυντήριο μέσο, ὁ ἰσχυρὸς θώρακας τοῦ γενναίου πολεμιστὴ. «λάμπραι κνάμιδ[ες, ἄρκ]ος ἰσχύρω βέλεος» οἱ λαμπερὲς περικνημίδες, ἀμυντικὸ ὅπλο γιὰ χτύπημα ἰσχυρὸ, -γράφει ὁ Ἀλκαῖος καὶ «ἄρκος ὀδόντων ὡς ἀμυντήριον ἀποσόβησιν» ἔλεγαν οἱ πρόγονοι (μὴν τὸ μπερδέψετε μὲ τὸ Ὁμηρικὸ ἕρκος ὀδόντων, ἕρκος εἶναι ὁ φράχτης καὶ παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα ἔργω = ἐγκλείω περιορίζω ἐμποδίζω κλπ, ἀπὸ τὸ ἕρκος παράγεται καὶ ὁ ὅρκος).
Η ΙΕ ρίζα τοῦ ἄρκους εἶναι *arc καὶ *alc . (Ὅπου -ρ, δωρικὴ προφορὰ καὶ -λ, πελασγικὴ προφορά, π.χ., ἀδερφὸς - ἀδελφός, ἦρθε - ἦλθε.) Ἀπὸ τὴν αλκ παράγονται καὶ τά: ἄλκαρ = προστασία ἄμυνα προπύργιον σκέπη, ἀλέξω ποὺ σημαίνει ἀπομακρύνω ἀποκρούω ἀπωθῶ, γνῶστες λέξεις τὸ ἀλεξικέραυνο ἡ ἔπαλξις ὁ Ἀλέξανδρος κ.α.π
Καὶ τὸ ἐρώτημα σύντροφοι τίθεται πλέον ὡς ἑξῆς: Οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς δὲν διαθέταμε ἄρκος (ἄμυνα) γιὰ νὰ ἀποκρούσουμε τὶς προκλήσεις τῶν καιρῶν μ΄ ἕνα ἀρκοῦμαι σ΄ αὐτὰ ποὺ ἔχω. Τόσο εὐάλωτοι εἴμαστε δηλαδὴ τόσο ἂν-επαρκεῖς ὡς ἀχόρταγοι καὶ ἀνικανοποίητοι διαρκῶς.
Ἀλλὰ καὶ ἡ διάρκεια προέρχεται ἀπὸ τὸ ἄρκος. Διάρκεια δηλαδὴ χρονικὴ συνέχεια ἔχουν μονάχα οἱ θεοί. Οἱ θνητοὶ ἔχουν ἐλάχιστη διάρκεια, εἶναι σχεδὸν στιγμιαῖοι…. Πόσο διαρκεῖ μία ζωὴ μπροστὰ στὴν ἄπειρη διάρκεια. Μόνο ἡ ἀϊδιότης ἡ ἀφθαρσία ἡ παντοτινότης ἔχουν διάρκεια μὲ τὸ Δ κεφαλαῖο. Αὐτὸ ποὺ λέμε διαρκῶς, συνεχῶς, διηνεκῶς, ἀδιαλείπτως. Ἐμεῖς μὲ τὴν ἐλάχιστη διάρκεια ὀνομαζόμαστε στιγμιαῖοι, προσωρινοί. Καὶ δὲν ἔχουμε καμιὰ διάρκεια σὲ σχέση μὲ τὴν αἰωνιότητα. Πὰρ΄ ὅλα αὐτὰ ἐπιθυμοῦμαι συνεχῶς καὶ διακαῶς. Εἴμαστε σὲ μία διαρκῆ λαιμαργία.
Δὲν λέμε ποτέ: «Ἀρκεῖ (!) ὡς ἐδῶ...» ἀλλὰ διαρκῶς ἰκάνομεν: διότι ἐξικνούμεθα, ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο καὶ κακοτράχαλο μονοπάτι τῆς ἀνάγκης, μὲ τὴν αἴσθηση τοῦ ἀνικανοποίητου.
Περὶ αὐταρκείας καὶ ὀλιγαρκείας οἱ πρόγονοι ἠμῶν εἶχαν ἀντίθετη ἄποψη:
«Αὐτάρκεια τελειότης κτήσεως ἀγαθῶν· ἕξις καθ' ἢν οἱ ἔχοντες αὐτοὶ αὐτῶν ἄρχουσιν»,"όροι" Def 412, 2, 1 μᾶς ἄφησε παρακαταθήκη ὁ Πλάτωνας. Ἡ αὐτάρκεια εἶναι τέλεια κατάσταση ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἀπόκτηση ἀγαθῶν, εἶναι μία ἕξη ποὺ ὅσοι τὴν ἔχουν γίνονται κύριοί του ἑαυτοῦ τους, αὐτεξούσιοι.
Ὁ μέγιστος καρπὸς τῆς αὐτάρκειας εἶναι ἡ ἐλευθερία μᾶς λέει ὁ Ἐπίκουρος στὴν συλλογὴ "Ἐπίκουρου Προσφώνησις" (LXXVII) καὶ συμπληρώνει στὴν "Ἐπιστολὴ πρὸς Μενοικέα " [130] " Καὶ τὴν αὐτάρκειαν δὲ ἀγαθὸν μέγα νομίζομεν, οὒχ ἴνα πάντως τοῖς ὀλίγοις χρώμεθα, ἂλλ΄ ὅπως ἐὰν μὴ ἔχωμεν τὰ πολλά, τοῖς ὀλίγοις ἀρκώμεθα, πεπεισμένοι γνησίως ὅτι ἤδιστα πολυτελείας ἀπολαύουσιν οἱ ἤκιστα ταύτης δεόμενοι" Καὶ τὴν ὀλιγάρκεια τὴν ἔχουμε γιὰ μεγάλο καλὸ ὄχι γιὰ νὰ ζοῦμε πάντα μὲ λίγα παρὰ σὰν δὲν ἔχουμε τὰ πολλὰ νὰ εὐχαριστιόμαστε μὲ τὰ λίγα πιστεύοντας εἰλικρινὰ πὼς τὴν πολυτέλεια τὴν χαίρονται πιὸ εὐχάριστα ὅσοι τὴν χρειάζονται λιγότερο.
Ὁ δὲ Δημοκριτος τὸ πάει παραπέρα:
Τὸ πολυτελὲς δεῖπνο τὸ προσφέρει ἡ τύχη ἐνῶ τὸ λιτό, τὸ αὐτάρκες ἡ σωφροσύνη.
Αὐτὰ λέγανε οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι.
Ποιὸς τοὺς ἄκουγε ὅμως;
Εἶναι πασίδηλο πλέον ὅτι γιὰ νὰ ἀντιμαχήσουμε σ΄ αὐτὰ ποὺ ἔρχονται εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ὁδηγηθοῦμε στὴν αὔξηση τῆς συνειδητότητας καὶ στὴν ὀλιγάρκεια στοχεύοντας τὴν αὐτάρκεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου