Ἀνάγκη
Νὰ μία λέξη ποὺ ἔχει τὴν τιμητική της ἐδῶ καὶ κάμποσο καιρὸ
τώρα.
Ἂν δεχθοῦμε
ὅτι ἡ ἀνάγκη εἶναι
κινητήρια δύναμη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τότε, ἡ ἐναντίωση στὴν ἀνάγκη εἶναι προϋπόθεση ἐλευθερίας.
Αὐτοὶ λοιπὸν ποὺ ὑποθήκευσαν τὸ
«μέλλον» τῆς
χώρας καὶ ὑπέγραψαν τὸ
νέο μνημόνιο μὲ ὅλα τὰ παρεπόμενα, νὰ θυμοῦνται ὅτι βασικὴ
προϋπόθεση εἶναι ὅτι τὸ «παρὸν» πρέπει κάποια στιγμὴ νὰ ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ πληρώσει. Ἡ ἀνάγκη εἶναι ποὺ μᾶς ὁδήγησε στὴν ὑπογραφὴ φώναξαν οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ
μνημονίου. Ἡ ἀνάγκη σᾶς ὁδηγεῖ σὲ τραγικὰ
λάθη φώναξαν οἱ κατήγοροί του. Οἱ πραγματικὲς ἀνάγκες τῆς
χώρας εἶναι πολὺ
λιγότερες σὲ σχέση μὲ ὅλες αὐτὲς ποὺ θέλουν νὰ μᾶς ἐμφανίσουν ὡς ἀπαραίτητες, λένε οἱ σκεπτικιστές.
Ὅλα στριφογύριζαν καὶ ὑποτάχτηκαν γύρω ἀπὸ μία ἀνάγκη.
Ἀνάγκη, ἡ
θεὰ τῆς ἀναγκαιότητας, ἀπεικονίζεται ὡς μία φτερωτὴ
θεὰ κρατώντας ἕναν
πυρσό. Ἡ φιγούρα ὀνομάζεται
ΑΝΑΝΛΗ στὸ βάζο. Ἴσως
ἡ μοναδικὴ ἀρχαία ἀναπαράσταση θεᾶς, ποὺ ἔχει σημανθεῖ μὲ τὸ ὄνομά της. Συλλογὴ τοῦ Μουσείου: Πούσκιν Κρατικὸ Μουσεῖο Καλῶν Τεχνῶν, Μόσχα, Ρωσία
Ἡ ἔννοια τῆς ἀνάγκης ἀναδείχθηκε πολὺ νωρὶς ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες
ὡς ἰδεατὴ ἀνθρωπόμορφη θεότητα. Ὅταν λοιπὸν τὶς προάλλες ὁ εὐρωπαϊκὸς τύπος (ἔντυπος
καὶ ἠλεκτρονικὸς)
καὶ οἱ τηλεοράσεις διατυμπάνιζαν τὴν ἐπικρατοῦσα
κατάσταση στὴν Ἑλλάδα μὲ τὴν λέξη «Χάος» θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ψάξουνε λιγάκι παραπάνω καὶ θὰ εὕρισκαν ὅτι
στὴν Ἑλληνικὴ μυθολογία γιὰ
τοὺς Ὀρφικούς, τὸ
Χάος (μαζὶ μὲ τὸν Ἔρεβος), ἦταν
τέκνο τῆς Ἀδράστειας (προσηγορία τῆς θεᾶς Νέμεσης ἀπὸ τὴν ὁποία οὐδεὶς μποροῦσε
νὰ ξεφύγει. Aδράστεια
ἐκ τοῦ ρήματος διδράσκω = φεύγω μὲ τὸ στερητικὸ
μόριο α συνεπῶς- ἀναπόδραστη/ἀναπόφευκτη ἀνάγκη) καὶ
τοῦ Ἡρακλῆ, ποὺ στὴν Ὀρφικὴ κοσμογονία εἶναι
ὁ θεὸς τοῦ ἀγήρατου χρόνου.
Ὡστόσο, στὴν ἐπίσημη ἑλληνικὴ θρησκεία, ἡ ἀνάγκη εἶναι ἡ ἀρχέγονη θεὰ
ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὴν καθολικὴ ἀρχὴ τῆς «ἀναγκαιότητας», τοῦ ἀναπόφευκτου, ἡ
προσωποποίηση τοῦ πεπρωμένου καὶ τῆς μοίρας.
Ἀνάγκη (ἡ)
Νὰ πὼς ἑρμηνεύουν τὰ
λεξικὰ τὴν σημερινὴ ἔννοια τῆς ἀνάγκης:
1. ὑποχρέωση ποὺ ἐπιβάλλεται ἀπὸ συγκεκριμένες συνθῆκες («ἐξωτερικὴ ὑποχρέωση», ἔξωθεν ἐπιβαλλόμενη δέσμευση).
2. συνεκδοχικὰ καθετὶ ποὺ χρειάζεται κανείς, ὁτιδήποτε εἶναι ἀπαραίτητο, ὥστε
ἡ ἔλλειψη ἢ ἡ ἀπουσία του νὰ
γεννᾶ προβλήματα.
3. ἡ δύσκολη περίσταση, τὸ σοβαρὸ (οἰκονομικό, ψυχολογικό, οἰκογενειακὸ κ.λπ.) πρόβλημα
4. κατάσταση ὑψηλοῦ κινδύνου καὶ
κρισιμότητας, ποὺ ἀπαιτεῖ ἐξαιρετικὴ ἑτοιμότητα γιὰ τὴν ἀντιμετώπισή της.
5. ἡ ἔντονη, ζωηρὴ ἐπιθυμία γιὰ κάτι, τὸ ὁποῖο θεωρεῖται
ἀπαραίτητο.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ
Ἡ ἀνάγκη ἀβεβαίου ἐτύμου, πιθανὴ ἀρχικὴ σημασία «στενοχώρια» ἀπὸ τὴν ἰνδοευρωπαϊκὴ ρίζα *ank=
κάμπτειν, κάμψις ἐξ οὐ καὶ ὁ ἀγκὼν= πάσα γωνία, καμπή, καὶ ἡ ἀγκάλη= ὁ κεκαμμένος βραχίων. *ank [μὲ διπλασιασμὸ *an-ank ἀνὰγκ (ἴσως καὶ αγκή «ἀγκαλιὰ») ἀνάγκη]. Ἂν αὐτὴ ἡ ἐτυμολογία εἶναι ἔγκυρη, τότε ἡ ἀρχικὴ σημασία τῆς λέξης ἀνάγκη θὰ ἦταν «ἐναγκαλισμός, ἔντονη περίσφιξη ποὺ προκαλεῖ δυσφορία». Η *ank συγγενεύει μὲ τὴν ἐπίσης ΙΕ ρίζα *nek καὶ *enek. Οἱ ρίζες αὐτὲς φέρουν τὴ σημασία τοῦ θανάτου, ἀπὸ αὐτὲς παράγονται ἀκόμα οἱ λέξεις: νὲκ-υς = πτῶμα, νὲκ-υι-α = θυσία προσφερόμενη στοὺς νεκροὺς καὶ νεκρός.
Νὰ μία λέξη δυσετυμολόγητη, δύσκολη, ποὺ ὑπερβαίνει ἀκόμα
καὶ τοὺς θεούς. «Ἀνάγκα
καὶ θεοὶ πείθονται» λέμε, «ἀνάγκα δ’ οὐδὲ θεοὶ μάχονται» ἔλεγε
ὁ Πιττακός, ἤτοι:
Οὔτε ὁ θεὸς μπορεῖ νὰ παραβιάσει τὸ νόμο τῆς ἀνάγκης.
Ὅταν ὁ Θαλὴς ρωτήθηκε στὸ
συμπόσιο τῶν ἑπτὰ σοφῶν «Τί τὸ ἰσχυρότατον; Ἀνάγκη –ἀπάντησε-μόνον
γὰρ ἀνίκητον» (ἡ ἀνάγκη γιατί εἶναι καὶ τὸ μόνο ἀνίκητο). Πλούταρχος: τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον 153 d
«τὶς οὒν ἀνάγκης ἐστὶν οἰακοστρόφος;» (Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ κυβερνήτης τῆς ἀνάγκης; ) ρωτάει ὁ χορὸς τὸν Προμηθέα δεσμώτη στὸν Καύκασό του. Οἱ μοῖρες οἱ τρίμορφοι ἀπαντάει
ὁ τιτάνας. Δηλαδὴ ἡ Κλωθὼ ἡ Λάχεσις, ἡ Ἄτροπος καὶ οἱ ἐρινύες ποῦ δὲν ξεχνοῦν,
ἡ Ἀληκτῶ ἡ Μέγαιρα ἡ
Τισιφόνη. Ὥστε ἂπ αὐτὲς (ποῦ κυβερνοῦν
τὴν ἀνάγκη) εἶναι
πιὸ ἀδύνατος (ὁ
θεὸς ) ὁ Δίας; Τὸ
πεπρωμένο του δὲν μπορεῖ νὰ ξεφύγει… ἀπαντᾶ ὁ Προμηθέας. (Αἰσχύλου: Προμηθεὺς Δεσμώτης στ. 515-519)
Τὴν Ἐ’
ραψωδία τῆς Ἰλιάδας ποὺ ὀνομάζεται καὶ Διομήδους ἀριστεῖα ὁ Ὅμηρος τὴν ἔχει ἀφιερώσει στὸν
Διομήδη. Ἀπὸ ἐδῶ διασώζει ὁ
Φώτιος στὴ Βιβλιοθήκη του (βιβλίο 34 πὰρ 186) : Ἐξ
οὗ ἡ παροιμία «ἡ
Διομήδειος ἀνάγκη» ἐπὶ παντὸς ἀκουσίου λεγομένη. Εἶναι τόσο σημαντικὴ ἡ ἀνάγκη, ποὺ ὁ Ὅμηρος δίνει τὸ ὄνομά του Διομήδη ὡς ἐπίθετο μίας καθολικῆς ἀρχῆς τῆς φυσικῆς
τάξης, τῆς ἀρχῆς τοῦ κανόνα τῆς ἀνάγκης, ποὺ ὑποδηλώνει τὸ ἀναπόδραστο, τὸ ἀκατανίκητο, τὸ ἀδιαμφισβήτητο, τὸ μοιραῖο, τὸ ἀναπόφευκτο, τὸ ἐπιβεβλημένο. Γιατί αὐτὸς ὁ φοβερὸς καὶ τρομερὸς
Διομήδης ματώνει τὴν Ἀφροδίτη, λαβώνει τὸν Ἄρη καὶ ἀντιμάχεται τὸν Ἀπόλλωνα.
Στὸν Ἀγαμέμνονα –πάλι ὁ Αἰσχύλος-
βάζει στὸ στόμα τῆς
Κλυταιμνήστρας τὴ στιγμὴ τῆς ὑποδοχῆς λίγο πρὶν
τὸ φονικὸ τὴν περίφημη φράση ποὺ ὑποκρύπτει τὸ
μακάβριο σαρκασμὸ τῆς φόνισσας «Τερπνὸν δὲ ταναγκαῖον
ἐκφυγεῖν ἅπαν» (Αισχ.
Αγαμέμνων στ. 902), τί χαρὰ νὰ ξεφύγεις τὸ ἀναγκαῖον
δηλαδὴ τὸ θάνατο ἀπὸ τὰ πεδία τῶν
μαχῶν τῆς Τροίας – τοῦ ἔλεγε μὲ πονηριὰ
καὶ ὑποκρισία ἡ
γυναίκα καθὼς ὁ Αἴγισθος,
ὁ ἐραστὴς της ἑτοίμαζε τὸ δίχτυ καὶ τὸ τσεκούρι στὸ παρασκήνιο).
Στὴν πολιτεία ὁ Πλάτων ὀνομάζει
«ἄτρακτον ἀνάγκη»
τὸν ἄξονα τῆς περιστροφῆς
τῶν οὐρανίων σωμάτων (πολιτεία Ι 616c), καὶ στὸν Κρατύλο (420e) ἀνάγκη ὀνομάζει τὴ
δύσβατη πορεία (ἄγκη πορεία) καὶ ἀπὸ τὴ φράση αὐτὴ προκύπτει ἡ λέξη (αν)ἄγκη. Ἄγκος –εος εἶναι τὸ δύσβατο ὀρεινὸ φαράγγι. Ἐδῶ προφανῶς ὁ Πλάτωνας κάνει πλάκα.
Ὁ Ἀριστοτέλης στὸ
μετὰ τὰ φυσικὰ γράφει ὅτι
ἡ «ἀνάγκη εἶναι
ἀρχὴ κινοῦσα ἢ ἐμποδίζουσα τὴν
κίνησιν» ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη βούληση καὶ τὴ σκέψη.
Σὰν κατακλείδα τοῦ πονήματός μου κράτησα τὴν ρήση τοῦ φοβεροῦ Ἐπίκουρου: «Κακὸν ἀνάγκη, ἀλλ'
οὐδεμία ἀνάγκη ζῆν
μετὰ ἀνάγκης».
Κακὸ πράγμα ἡ ἀνάγκη, μὰ δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀνάγκη νὰ ζεῖ κανεὶς μέσα στὴν ἀνάγκη, μᾶς ἄφησε παρακαταθήκη πρὶν ἀπὸ 2300 χρόνια ὁ Ἐπίκουρος,. καὶ βέβαια οἱ
πολλοὶ δὲν τὸν ἀκούσαμε κι ἔτσι
ἔφτασε ἡ ὥρα νὰ πληρώσουμε τὸ ἐπέκεινα τῆς ἀκρισίας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου