Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Το παράδοξο της παντοδυναμίας και η εικασία των υποθετικών λόγων.




Για τους περισσότερους, η ύπαρξη του θεού είναι θέμα πίστης. Η πίστη, θα μπορούσε να πει κάποιος, είναι μια ιδιότητα του ανθρώπου πέρα και έξω από την ανθρώπινη λογική. Πίστη είναι η απόλυτη βεβαιότητα κάποιων για την αλήθεια ενός υποθετικού ισχυρισμού, ανεξάρτητα αν η βεβαιότητα αυτή είναι τεκμηριωμένη ή όχι. Στην περίπτωση που κάποια βεβαιότητα είναι τεκμηριωμένη τότε μιλάμε για γνώση και όχι για πίστη. Είναι προφανές λοιπόν, ότι η πίστη είναι άλλο πράγμα από αυτό που έχουμε συμφωνήσει να ονομάζουμε κοινή λογική, αν όμως δεχτούμε ότι ανήκει σε ένα άλλο σύστημα λογικής, τότε πρέπει να αποδεχτούμε ότι περιέχει και την αντίφαση, ως ένα πιθανό και επιτρεπτό ενδεχόμενο. Αν π.χ. δεχτούμε σαν δεδομένο ότι υπάρχει θεός, τότε πώς εξηγείτε το γεγονός ότι δεν τον αντιλαμβανόμαστε; Αυτό βεβαία είναι ένα επιχείρημα που εμπίπτει στη σφαίρα της λογικής. Στην πραγματικότητα όμως η πίστη στο θεό και κατ΄επέκταση στο υπερφυσικό βασίζεται σε μια ερμηνεία που ο άνθρωπος έδωσε, κάποια στιγμή στη διάρκεια της εξέλιξής του, και η οποία στη συνέχεια εξαπλώθηκε ιστορικά, σε σχέση με το σύνολο των πραγμάτων που δεν μπορούσε να καταλάβει. Η πίστη πρακτικά υπάγεται στο λογικό σύστημα, ως μία ατεκμηρίωτη και αναπόδεικτη εξήγηση, μιάς εκ φύσεως υπάρχουσας, πραγματικής υπόθεσης.

Η λογική διαδικασία.

Στη λογική μας τεκμηρίωση χρησιμοποιούμε βασικές παραδοχές (υποθέσεις) τις οποίες δεχόμαστε αξιωματικά σωστές και με τις οποίες εκφράζουμε λογικά συμπεράσματα (αποτελέσματα), χρησιμοποιώντας κάποιους επιτρεπτούς λογικούς συλλογισμούς. Όμως, θεωρώντας μια υπόθεση αδιάψευστη πέρα από κάθε λογική αμφιβολία, οικοδομούμε μία πραγματικότητα που αρκετές φορές μπορεί να ανήκει στη σφαίρα του παράλογου ή αδιέξοδος, χωρίς να μπορούμε να επανορθώσουμε αυτό το παράδοξο, όταν τα συμπεράσματα των παραδοχών μας αποδεικνύονται αντιφατικά.  

Η "θεϊκή" αφετηρία των υποθέσεων.

«Είμαι βέβαιος ότι κάποια στιγμή θα πεθάνω, αλλά
 έχω μια σύμφυτη τάση να το αμφισβητώ διαρκώς».

Στην παραπάνω πρόταση βλέπουμε μια στοιχειώδη ιδιότητα των υποθετικών, την εκ των πρότερων επιβεβαίωση τους. Οι  υποθέσεις αυτού του είδους έχουν μια σχεδόν θεϊκή προέλευση, αφού τις αποδεχόμαστε a priori ως αυθεντικές. Ακόμα κι αν στη συνέχεια έχουμε και κάποιες αμφιβολίες για την ορθότητά τους, τις αποδεχόμαστε κατ΄ελάχιστον ως μια "βαθύτερη υπόσταση" της συλλογιστικής. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Η λογική μας πηγάζει από τη βαθύτερη δόμηση και λειτουργία της σκέψης. Αρχικά "σκεφτόμαστε" κι ύστερα έχουμε συναίσθηση αυτού που σκεφτήκαμε, ανεξάρτητα αν το ερέθισμα είναι διαισθητικό ή εξωτερικό. Γι αυτό άλλωστε αποδίδουμε ακούσια μια "υπερβατική" σημασία στις σκέψεις, ως εκ τούτου και στις υποθέσεις μας, αφού μοιάζουν να έχουν σχηματισθεί πριν καλά- καλά να το αντιληφθούμε.


Η έννοια της αυτοαναφοράς σε έναν εκπληκτικό
πίνακα του Μάουριτς Κορνέλις Έσερ.


Η αυτοαναφορά και το παράδοξο των υποθετικών εκφράσεων.

«Αυτή δεν είναι μία πρόταση»

Το σύνολο της διανόησης και της αντίληψης μας, συνιστά ένα λογικό σύστημα. Ένα από τα (βασικό) γνωρίσματα ενός λογικού συστήματος είναι και η πληρότητα. Επομένως ένα σύστημα λογικής, κατά τον Χέγκελ, θεωρείται ένα κλειστό σύστημα. Είναι κλειστό με τη λογική της κλεισμένης στον εαυτό της και επάνω στον εαυτό της νόησης. Δεν έχει ένα εξωτερικό περιβάλλον στη διαμόρφωση της πραγματικότητας. Η λογική λειτουργεί πάντοτε εγωιστικά και γι αυτό της είναι πολύ δύσκολο να παραδεχτεί άλλες "λογικές απόψεις" πέρα και έξω από τις δικές της. Στην προηγούμενη φράση βλέπουμε την αδυναμία της λογικής να διακρίνει το υποκείμενο και να αναρωτηθεί, "ποια πρόταση; "
«Παρακαλώ, αγνοήστε αυτή την σημείωση».

Σύμφωνα με την Αριστοτέλεια λογική μια πρόταση που έχει νόημα μπορεί να είναι αληθής ή ψευδής (αρχή της δισθένειας ή αρχή του αποκλειόμενου μέσου) και δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. Τι γίνεται όμως με την παραπάνω πρόταση; Είναι αληθής ή ψευδής; Η παραπάνω φράση είναι ένα από τα γνωστά παραδείγματα αυτοαναφορικών ισχυρισμών (self reference), δηλαδή ισχυρισμών που αναφέρονται στον εαυτό τους και που αναπότρεπτα οδηγούν σε παράδοξο. Παράδοξα θεωρούνται οι θέσεις που συνιστούν λογικές αντινομίες, προτάσεις δηλαδή που είναι ταυτόχρονα αληθείς και ψευδείς, ψευδείς όταν είναι αληθινές και αληθινές όταν είναι ψευδείς. Αυτό συμβαίνει και με την παραπάνω πρόταση. Το ίδιο συμβαίνει και με την πρόταση "Αυτή η δήλωση είναι ψευδής". Η δήλωση δεν μπορεί να είναι ψευδής και αλήθεια την ίδια στιγμή. Αν η δήλωση είναι αληθινή, τότε η δήλωση είναι ψευδής, καθιστώντας έτσι τη δήλωση αληθινή, αν όμως είναι αληθινή, τότε είναι ψευδής κ.ο.κ, φαύλος κύκλος.


Αυτή δεν είναι μία πίπα. René Magritte.


Η αρχή της λογικής συνέπειας.  
  
«Κάτι μπορεί να είναι μαύρο και
   άσπρο, αλλά όχι λάθος και σωστό»

Μια υποθετική πρόταση ισχύει, ασχέτως, από το αν είναι σωστή ή λάθος. Ως εκ τούτου δύο υποθέσεις μπορούν να είναι ή να οδηγούν σε αντίρροπα πορίσματα, τα οποία και θα πρέπει να ξεπεράσουμε, χωρίς να απαλείψουμε τα απαραίτητα υποθετικά. Μια υπόθεση μπορεί να έχει περισσότερες από μία συνεπαγωγές. Όπως βλέπουμε στην παραπάνω πρόταση κάτι δεν μπορεί να είναι συγχρόνως σωστό και λάθος, αλλά ακόμα κι αν είναι λάθος, αυτό καθ΄ εαυτό το γεγονός δεν απαγορεύει στην υπόθεση να υπάρχει.  

Η κυριαρχία των υποθετικών το παράδοξο της πέτρας.

«Μπορεί ο Θεός να φτιάξει μια πέτρα τόσο μεγάλη
και τόσο βαριά ώστε να μην μπορεί να τη σηκώσει;»

Πρόκειται για μια φιλοσοφική ιδέα και για το κλασσικό παράδειγμά της, γνωστή ως το "Παράδοξο της παντοδυναμίας" (Omnipotence paradox). Πρόκειται γιά πολύ παλιά ιστορία, ο Αβερρόης (1126-1198) ήταν ένας από τους πρώτους φιλοσόφους που ασχολήθηκε με το θέμα αυτό. Μπορούμε να επεκτείνουμε το πρόβλημα στις εξής υποθέσεις:

(1) Ο Θεός υπάρχει
(2) Ο Θεός είναι παντοδύναμος
(3) O Θεός μπορεί να φτιάξει μια πέτρα μεγάλη και πολύ βαριά για να μπορεί να τη σηκώσει.

Μπορούμε να κάνουμε τους παρακάτω λογικούς συλλογισμούς

Α. Αν η (3) είναι αλήθεια τότε, αν η (1) είναι αλήθεια, η (2) δεν είναι αλήθεια.
Β. Αν η (1) είναι αλήθεια, τότε η (2) είναι αλήθεια.

Κοιτάξτε πόσο σύντομα φτάσαμε σε αντίφαση. Η (2) είναι συγχρόνως αλήθεια και ψέματα. Αν τώρα αλλάξουμε την (3) να λέει: "O Θεός δεν μπορεί να φτιάξει μια πέτρα τόσο μεγάλη και πολύ βαριά να τη σηκώσει", τότε καταλήγουμε πάλι σε άτοπο.

Βλέπουμε ότι σύμφωνα με το συλλογισμό (Α) καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο Θεός δεν είναι παντοδύναμος, αλλά ο άλλος (Β) μας λέει ότι θα πρέπει να είναι. Συνεπώς ο Θεός λογικά δεν υπάρχει.
 
Η σχετικότητα των λογικών συλλογισμών.

«Γιατί κάτι δεν μπορεί να είναι λάθος και αληθές;»

Στο προηγούμενο παράδειγμα συνειδητοποιήσαμε το πόσο ευάλωτη είναι η λογική. Είδαμε την δυναμική των υποθέσεων, τις οποίες αποδεχόμαστε όπως έχουν, ως αληθινά δεδομένα, και τις οποίες χειριζόμαστε ύστερα για να φτάσουμε σε κάποια συμπεράσματα. Μόνο που στο προηγούμενο παράδειγμα αποδείξαμε πως αν ο Θεός είναι παντοδύναμος, βάσει της Αριστοτέλειας λογικής, δεν μπορεί να υπάρχει. Η δύναμή του θα πρέπει να είναι σχετική. Κατά τον αυτό τρόπο οι υποθέσεις μας αυτές καθ΄εαυτές ισχύουν καθεμιά ξεχωριστά και υπάρχουν ανεξάρτητα από το παράδοξο τους, αφού και αν τις τροποποιήσουμε, καταλήγουμε πάλι σε αντίφαση και άτοπο. Αλλά και να τις ακυρώσουμε δεν μπορούμε, γιατί σε αυτό το ενδεχόμενο η συστημική λογική μας θα γίνει πιο φτωχή, τουτέστιν όχι μόνο χωρίς θεό, αλλά δίχως ένα πλήθος άλλων συναρπαστικών μας υποθέσεων.

Είναι δεδομένο ότι η λογική δεν είναι αρκετή, ούτε ικανή καθώς φαίνεται μέχρι τώρα για να κατανοήσουμε πλήρως το σύμπαν, αλλά είναι το μοναδικό εργαλείο κατανόησης που διαθέτουμε. 

Η επιστήμη έχει σαν εργαλείο τη λογική και μόνο. Όχι την πίστη.

Καλό είναι επίσης να θυμόμαστε πως και η δήλωση "δεν υπάρχει Θεός" δηλώνει μια καθαρή και αμετάκλητη θέση σε μια υπόθεση όχι λογικής, αλλά πίστης.


ΥΓ. (με ολίγον ασεβές χιούμορ…)
Η μόνη αντισταθμιστική απάντηση, για το παράδοξο της πέτρας, είναι ότι ο Θεός, έφτιαξε κάποια στιγμή αυτή την…  παράξενη πέτρα και…  δοκιμάζοντας να τη σηκώσει, έχασε την παντοδυναμία του. Έκτοτε… πήρε των ομματίων του και έριξε μαύρη πέτρα πίσω του και αυτοκαταστράφηκε (μπορεί; Παράδοξο ε!), τιμωρώντας μας με το να μην υπάρχει…


  





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου