Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Μετά τήν Ὀδύσσεια






νδρα μοι ννεπε, Μοσα, πολύτροπον, ς μάλα πολλ
πλάγχθη, πε Τροίης ερν πτολίεθρον περσεν·
πολλν δ᾿ νθρώπων δεν στεα κα νόον γνω,
πολλ δ᾿ γ᾿ ν πόντ πάθεν λγεα ν κατ θυμόν,
ρνύμενος ν τε ψυχν κα νόστον ταίρων.

Τό συγκεκριμένο πόσπασμα, πό τό προοίμιο τς δύσσειας εναι το ισαγωγικό πόσπασμα το ποιήματος, τό ποο μς ξηγε τί πρόκειται νά κολουθήσει. Βέβαια λόκληρό το πος διαπνέεται πό μιά καθορισμένη λογική.

Ποιά λογική; Θά ρωτήσει κάποιος.
Τήν ξς:

ποιητής, πό τόν πρτο στίχο τς δύσσειας "νδρα μοι ννεπε, Μοσα, πολύτροπον", διατείνεται πώς σα πρόκειται νά ξιστορήσει τά χει μπνευστε πό τή Μούσα. πομένως πρόκειται γιά θεία λόγια, γιά γκυρη, ξιόπιστη καί θεϊκή φήγηση τν πραγμάτων.

λα μως, φίλοι μου, πού τό ποίημα εναι γεμάτο νιστόρητα ψεύδη, τερατολογίες, μέ νθρώπους πού τούς τρνε ο Σκύλλες καί τούς πνίγουν ο Χάρυβδες, μέ τούς έρηδες πού Αολος τούς τσουβαλιάζει λους μέσα σ' να σκί, μέ Λαιστρυγόνες καί Κύκλωπες... καί γενικά μέ τέτοιου εδους τερατολογίες, πού ναί μέν διαθέτουν ψηλή ποιητική ξία, μως πό τήν λλη εναι ερόσυλια εσεβής μηρος νά τίς ποδώσει στή Μούσα.... εναι σάν νά βάζει τή Μούσα νά ψεύδεται σύστολα.

Ως κ τούτου μηρος καταφεύγει σ’ να ψηλό ποιητικό πινόημα, στε καί τίς ποιητικές περβολές νά χωρέσει μέσα στό πος, λλά καί Μούσα νά μήν φορτωθε μέ λα ατά τά σύστολα ψεύδη.

Ποιό εναι τό ποιητικό τερτίπι;

Τό ξς: Ὁ μηρος φορτώνει να χαραχτηριστικό γνώρισμα στόν βασιλιά τς θάκης: Τό σύστολο ψεδος.

Στήν κυριολεξία, δυσσέας πλασάρει κι’  να -διαφορετικό κάθε φορ- ψέμα σέ κάθε ναν (γνωστό γνωστο) πού συναντάει. Μόλις κάποιος π.χ. ρωτήσει τόν δυσσέα "ποιός εσαι, νθρωπέ μου κι πό πο ρχεσαι;" δυσσέας ρχίζει νά πουλάει φύκια γιά μεταξωτές κορδέλες. μηρος περιγράφει ναν δυσσέα δολοφόνο, κλέφτη, (δολοφονία Παλαμήδη, ατοκτονία Ααντα), πατεώνα λκς, καί στά ρια ατο πού ποκαλεται "παθολογικός ψεύτης".

λλωστε μηρος συνέδεσε παρετυμολογικά το νομα «δυσσεύς» νά προέρχεται πό τό ρμα «δύσσομαι» (ργίζομαι, μισ κάποιον) καί δυσσεύς σημαίνει ξοργισμένος, λλά καί μισητός πό θεούς καί νθρώπους.

Καί εναι καταλεπτς ατός παθολογικά ψεύτης πού περιγράφει τίς στορίες μέ Σειρνες καί Κύκλωπες, μέ Λαιστρυγόνες και λοιπές τερατολογίες. λα ατά ψευταράς δυσσέας τά ξιστορε καί χι Μούσα -διότι ο θεοί δέν ψεύδονται παρά μόνο πρός ατούς πού πιζητον νά καταστρέψουν καί θεοσεβούμενος ποιητής θά ταν διανόητο νά βγάλει τή Καλλιόπη ψευδόμενη: θά ταν σάν νά πονοοσε μηρος πώς θεά θέλει νά μς καταστρέψει.

ς εναι μως, ατά σάν εσαγωγή.

ταν λοιπόν κάποιος περίεργος ναγνώστης διαβάσει μηρο καί εδικότερα τήν δύσσεια -καί δίως ν εναι κομματάκι διεστραμμένος πως Βούς- νδεχομένως μεταξύ των λλων νά το δημιουργηθε καί τό ρώτημα: "Γιατί καί γιά ποιό λόγο, πό τόσους καί τόσους ρωες πο πολέμησαν στήν Τροία, ποιητής ξεχώρισε τόν δυσσέα ς κεντρική μορφή το πους του;"

σεβής νδεχομένως ρώτηση, λλά ρεαλιστική.

Τί τό ξεχωριστό εχε δυσσέας καί τόν διάλεξε μηρος, καί χι ς πομε τόν κερατά τό Μενέλαο, πού γιά χάρη του γινε καί κστρατεία τόν γαμέμνονα, πού στό φινάλε εχε καί πιό τραγικό τέλος; Γιατί νά γράψει τήν δύσσεια καί χι τήν Διομηδειάδα τήν Ααντειάδα.

ν τέλει, καί π’ τι γνωρίζουμε, θάκη (σχέτως μέ τό τι ποιό κριβς σημερινό νησί ννοε μηρος ς θάκη) λάχιστα ως καθόλου μφανίζεται μετέπειτα στήν λληνική στορία. Καί ντάξει, θάκη εχε να δολοπλόκο, πολυμήχανο καί μηχανορράφο βασιλιά, τόν δυσσέα, λλά πέραν τούτου οδέν. ντιθέτως, καί τό ργος λλά καί Σπάρτη, γιά παράδειγμα, διαδραμάτισαν σημαντικό, ως καί πολύ σημαντικό ρόλο στήν λληνική στορία καί θά περίμενε κάποιος ατές ο πόλεις νά ξυμνηθον πολύ περισσότερο σέ να πος, καί τι ο δικοί τους νακτες, εχαν σημαντικότερα προσόντα προκειμένου νά γίνουν ατοί ο πρωταγωνιστές σέ κάποιο ργο.

Πάρ΄λα τατα μως, μηρος ξεχώρισε τόν δυσσέα πό τήν  παντελς σήμαντη καί μετέπειτα γνωστη θάκη.

Ρέ μπς καί πρχε λόγος;

Προσέξτε μέ ποιόν τρόπο τό παραθέτει τό ζήτημα μηρος:

Τό ποίημα, δύσσεια, χει ς πόθεση τό νόστο το δυσσέα γιά τήν πατρίδα του, καί τίς περιπέτειες τς πιστροφς του, που, ταν πιστρέφει, θανατώνει τούς μνηστρες καί ξαναγίνεται  κυρίαρχος στήν πατρίδα του. μως...

Σ’  λόκληρη τήν πλοκή το ποιήματος, μιά σκιά πλανται πάνω π΄ τό ργο, ς διαρκς πενθύμιση, τό τι ρωάς μας δέν πρόκειται νά παραμείνει γιά πολύ στήν θάκη:

Στή ραψωδία λ, τυφλός μάντης Τειρεσίας προειδοποιε τόν δυσσέα τί πρέπει νά κάνει μόλις ξολοθρεύσει τούς μνηστρες:

«Κι ς τούς μνηστρες στό παλάτι σου μέ κοφτερό σκοτώσεις
χαλκό, μέ δόλο ξεπλανώντας τους γιά κι νοιχτά, τό δρόμο
πάρε μετά, κουπί καλάρμοστο στό χέρι σου κρατώντας,
σέ νθρώπους ς νά φτάσεις, θάλασσα πού δέν κατέχουν τί εναι,
κι οδέ ποτέ μέ λάτι ρτίζουνε τά φαγητά πού τρνε,
κι οδέ καράβια λικομάγουλα ποτέ γνάντεψαν, μήτε κουπιά
καλάρμοστα, πού ς φτερογες δρομίζουν τά καράβια.
Σο λέω καί τό σημάδι ξάστερα καί θά τό δες κι τός σου:
Σά σέ νταμώσει κε στή στράτα σου κανένας πεζολάτης
καί λιχνιστήρι πε στόν μο σου πώς κουβαλς τόν ριο,
στό χμα τότε τό καλάρμοστο νά μπήξεις λέω κουπί σου,
κι φο θυσίες προσφέρεις πάγκαλες στό ρήγα Ποσειδώνα,
κριάρι καί κάπρι λατάρικο καί ταρο σφάζοντάς του,
γύρισε πίσω στήν πατρίδα σου, καί πρόσφερε θυσίες
μεγάλες στούς θεούς, πού θάνατοί τα οράνια πλάτη ρίζουν,
σέ λους γραμμή. Κι κόμα θάνατος γλυκός, γαλήνιος θά 'ρθει 
νά σέ 'βρει λάργα πό τή θάλασσα, τά μάτια νά σο κλείσει
μές σε βαθιά καλά γεράματα  κι λόγυρα ο λαοί σου 
θά ζον χαιράμενοι».  μ. δύσσεια λ 119

Καί στή ραψωδία ψ, ατός διος δυσσέας παναλαμβάνει στή πιστή του, τήν Πηνελόπη, τά προμελλούμενα πό τόν τυφλό μάντη γιά τήν προοπτική της ζως του:

«Καημένη, γιατί πς γυρεύοντας νά μάθεις καί μέ σπρώχνεις
νά σο τά π; Μά ς εναι, γρίκα τα, δέν τά κρατ κρυμμένα 
μά δέ θά νιώσεις ναγάλλιαση, κι οδέ κι τός μου νιώθω
καμιά χαρά — πού μου παράγγελνε σέ πολιτεες νά δέψω
θνητν πολλές, κουπί καλάρμοστο στό χέρι μου κρατώντας,
σέ νθρώπους ς νά φτάσω, θάλασσα πού δέν κατέχουν τί εναι,
κι οδέ ποτέ μέ λάτι ρτίζουνε τά φαγητά πού τρνε,
κι οδέ καράβια λικομάγουλα ποτέ γνάντεψαν, μήτε
κουπιά καλάρμοστα, πού ς φτερογες δρομίζουν τά καράβια.
Κι να σημάδι μου 'πε ξάστερο — γιατί νά σο τό κρύψω;
Σά μέ νταμώσει λέει στή στράτα μου κανένας πεζολάτης
καί λιχνιστήρι πε στόν μο μου πώς κουβαλ τόν ριο,
στό χμα τότε μου παράγγελνε νά μπήξω τό κουπί μου,
κι φο θυσίες προσφέρω πάγκαλες στό ρήγα Ποσειδώνα,
κριάρι καί καπρί λατάρικο καί ταρο σφάζοντάς του,
νά στρέψω πίσω καί στόν τόπο μου τρανές βοδιν θυσίες
νά κάμω στούς θεούς, πού θάνατοί τα οράνια πλάτη ρίζουν,
σέ λους γραμμή. Κι κόμα θάνατος γλυκός, γαλήνιος θά 'ρθε
νά μέ 'βρει λάργα πό τή θάλασσα, τά μάτια νά μο κλείσει
μές σε βαθιά, καλά γεράματα  κι λόγυρα ο λαοί μου
θά ζον χαιράμενοι  τσι μου 'λεγε πώς θά τελέψουν λα.»
μ. δύσσεια ψ 264 

πάνοδος το δυσσέα στήν θάκη θά ργήσει πολύ, καί θά εναι σχημη, μέ ξένο πλοο, καί λομόναχος, φο ρωας ξ ατίας το θυμο το Ποσειδώνα, θά χει χάσει λους τους συντρόφους του.

Εναι φανερό μως τι Ποσειδώνας δέν χει κόμα ξευμενιστε.
Τό μέλλον το δολοπλόκου καί χωρίς θικούς φραγμούς, δυσσέα εναι προφανές: Μόλις δολοφονήσει τούς μνηστρες, ετε μέ πάτη φανερά, δυσσέας θά πρέπει νά φύγει πό τόν τόπο του, κουβαλώντας στόν μο το να κουπί, μέχρι νά φθάσει σέ κάποιο μέρος που ο νθρωποι κε οτε τή θάλασσα γνωρίζουν, οτε στά φαγητά τούς βάζουν λάτι, οτε καν τά πλοα, πολλ μλλον τά κουπιά, δέν γνωρίζουν. Κι ταν συναντήσει κάποιον διαβάτη πού θά τόν ρωτήσει ν ατό πού κουβαλάει στόν μο το εναι λιχνιστήρι (ξύλινο φτυάρι μέ τό ποο τινάζοντας ψηλά στό λώνι τά σιτηρά διαχωρίζεται μέ τή βοήθεια το έρα καρπός πό τό χυρο) τότε πρέπει μπήγοντας τό κουπί στό χμα-προφανς θεμελιώνοντας κάτι σάν να εδος βωμο να πράγμα- νά προσφέρει θυσίες στόν πελαγαο Ποσειδώνα. Κι πειδή στόν γνωστο τόπο κενο ο νθρωποι δέν ξέρουν τί εναι τά κουπιά, οτε τή θάλασσα γνωρίζουν οτε καί τά πλοα, κατά συνέπεια οτε τόν Ποσειδώνα ς θεό τς θάλασσας -πομένως, στήν οσία δυσσέας θά τούς γνωρίσει τόν Ποσειδώνα καί τή λατρεία του, ς θεό τς θάλασσας.

ντλώντας πό τή χριστιανική ρολογία, θά μπορούσαμε νά πομε τι ποστολή το γιο το Λαέρτη ταν νά γίνει κάτι σάν εραπόστολος το θεού της θάλασσας. (καλά, σως καί νά τά παραλέω ).

Μιά διεστραμμένη μορφή διαβάσματος τς δύσσειας, λοιπόν, θά λεγε τά ξς: Τό πος συνθέθηκε προκειμένου νά μς γνωστοποιήσει πώς ταν δυσσέας κενος πού οκοδόμησε σέ ναν συγκεκριμένο τόπο βωμό πρός τιμήν το Ποσειδνος. ρα, σύμφωνα μέ ατή τή στρεβλή μορφή νάγνωσης το πους, κεντρικός ρωας το ργου δέν εναι οτε δυσσέας οτε θάκη λλά Ποσειδώνας καί βωμός του.

Βέβαια, σέ μιά τέτοια διεστραμμένη θεώρηση το ργου τίθεται τό ρώτημα:
Μά καλά, ταν ραγε τόσο σημαντικό θέμα θεμελίωση ατο του βωμο το Ποσειδνος στε θά πρεπε νά γραφτε λόκληρο πος γιά δατον; Κι ν ταν τόσο σημαντικός, ποιός ταν;

πρχε/πάρχει ραγε κάποιος βωμός το Ποσειδνος πο νά εχε νά χει πανελλήνιο νδιαφέρον; Δέ μπορ νά π μέ σιγουριά. Οτε καί μηρός μας λέει ποιός ταν ποδειχθες τόπος, οτε πς δυσσέας  ξετέλεσε τίς δηγίες ατές.

πότε, κόμα κι ν ξετάσουμε λους τους βωμούς, τεμένη καί ναούς το Ποσειδώνα -σους γνωρίζουμε, τουλάχιστον- δύσκολα θά βρομε κρη σχετικά μέ τό πού πγε δυσσέας.
 
Βέβαια, στή συνέχεια κάποιοι ρχαοι διατύπωσαν  κάποιες πόψεις σχετικά μέ τό πού πγε δυσσέας.

νας πό τούς σχολιαστές τν μηρικν πν Εστάθιος Θεσσαλονίκης στό ργο το «Παρεκβολαί ες τήν μήρου λιάδα καί δύσσειαν» (Δέν πρόκειται γιά δικά του κείμενα, λλά γιά συλλογή πό πονήματα προηγουμένων σχολιαστν) ναφερόμενος στό σχετικό χωρίο τς δύσσειας ναφέρει τι πρόκειται γιά τόπο γνωστό μέ τό νομα Βουνίμα Κελκέα, που δυσσέας εσήγαγε τήν λατρεία το Ποσειδώνα. Δετε δ σελίδα 402 Vers 120 καί ξς.

Καί περί μέν τς Κελκέας τίποτα δέν γνωρίζουμε, λλά πως ναφέρει Στέφανος Βυζάντιος στό ργο του «θνικά (πιτομή)»

Βούνειμα, πόλις πείρου, οδετέρως, κτίσμα δυσσέως, ν κτισε πλησίον Τραμπύας, λαβν χρησμόν λθεν πρός νδρας ο οκ σασι θάλασσαν. βον ον θύσας κτισε. Δετε δ τό ντίστοιχο λμμα.

Εναι πίσης γνωστό τι συνέχεια τς δύσσειας εναι Τηλεγονία ργο το Κυρηναίου Εγάμωνος. Δυστυχς πό τό ποίημα διεσώθησαν λάχιστα ποσπάσματα καί ατά πό τόν Πρόκλο στό ργο το Χρηστομάθεια. Παραθέτω λόκληρό το διασωθέν κείμενο σε μετάφραση του Βούς.

Τηλεγονίας το Εγάμμωνος το Κυρηναίου βιβλία δύο περιέχοντα τά ξς:

Βιβλίο πρώτον:
Ο μνηστρες θάπτονται πό τούς συγγενες τους, καί δυσσέας φο προσφέρει θυσίαν στίς Νύμφαις, ναχωρε διά τήν λιδα πισκεπτόμενος τά βουκόλια του, καί φιλοξενεται πό τόν συμπολεμιστή το Πολυξένο (ναν κ τν ρχηγν τν λείων στήν κστρατεία κατά τήν Τροίας λ. Β 615-624) πό τόν ποο λαμβάνει δρο να κρατήρα, «καί πί τούτωι τά περί Τροφώνιον καί γαμήδην, καί Αγέαν. πειτα πιστρέφει στήν θάκη καί τελε τάς πό Τειρεσίου ρηθείσας θυσίας».

Βιβλίο δεύτερο:
Καί μετά πό λα ατά φικνεται στή Θεσπρωτία καί γαμε Καλλιδίκην βασιλίσσα τν Θεσπρωτν. πειτα ναλαμβάνει τήν γεσία τν Θεσπρωτν στόν πόλεμο πού ξέσπασε νάμεσα σ’ ατούς καί τούς Βρύγους. Μετά τόν θάνατο τς Καλλιδίκης, δυσσέας πιστρέφει στήν θάκη ν βασιλιάς γίνεται Πολυποίτης, γιός το δυσσέα πό τήν Καλλιδίκη.

ν τ μεταξύ γιός το δυσσέα πό τήν Κίρκη Τηλεγόνος, το ποίου γνοοσε τήν παρξη, ναζητώντας τά χνη το πατέρα του, ποβιβάζεται στήν θάκη κι ρχίζει νά τήν καταστρέφει λεηλατώντας τό νησί. δυσσέας σπεύδει νά ποκρούσει τόν πιδρομέα, καί   Τηλεγόνος, μή γνωρίζοντας μέ ποιόν εχε νά κάνει, σκοτώνει στή μάχη τόν πατέρα του.

Ατό -σέ γενικές γραμμές, εναι τό διασωθέν κομμάτι τς Τηλεγονίας, γιά τό ρχαο κείμενο κλίκ δ.  

Πάνω κάτω τα δια περίπου μς διασώζει καί πολλόδωρος 
(Βιβλιοθήκης πιτομή VII, 34 ως 40) προσθέτοντας τι:

Μετά τό φόνο τν μνηστήρων ο συγγενες των νεκρν ξεσηκώθηκαν ναντίον το δυσσέα, καί συμφώνησαν νά καλέσουν τό Νεοπτόλεμο βασιλιά τς πείρου ς διαιτητ. υποβολιμιαία πόφαση το Νεοπτόλεμου ταν τι δυσσέας πρεπε νά ξοριστεί γιά την μνηστηροφονία.

Τά δια πάνω κάτω διασώζει καί Πλούταρχος στά «θικά» του καί στό: «συναγωγή στοριν παράλληλων λληνικν καί ρωμαϊκν» (ιδέ παρ. 14), προσθέτοντας καί τι ο συγγενες των μνηστήρων πρεπε νά καταβάλουν τήσια ποζημίωση στόν δυσσέα γιά τίς δικίες πού διέπραξαν ο μνηστρες στό σπίτι του, και ότι ο διος ς κ τούτου κατέφυγε στήν ταλία, καί φησε στό πόδι του τόν Τηλεμαχο, καί τι τήσια ποζημίωση μεταφέρθηκε στό γιό του. Ατή ταν σιτηρά, κρασί, κηρθρες, λαιόλαδο, λας, καί θυσιαζόμενα ζα.

Τώρα βέβαια, τό ν εναι ξιο λόγου νά κάτσει κανείς νά σχοληθε μ' ατές τίς στορίες, εναι μφίβολο. Στό κάτω-κάτω, τς γραφς, καί ποιός ταν δυσσέας; ταν νας δολοπλόκος χαρακτήρας πού δέν εχε ρετές καί θικούς φραγμούς, πιπλέον ταν δολοφόνος, κλέφτης καί ψευταράς μέ πατέντα. 

πότε δέ βγάζει κάποιος κρη (σως).

Τό σημαντικό μως, εναι τι (ναί, φίλοι μου), πιτέλους νακαλύφθηκε τό κουπί πού γιός το Λαέρτη μπηξε στή γ!!!

λήθεια σς λέω!!!
Τό λέω κι νατριχιάζω!

Τό σημεο που βρέθηκε τό κουπί το δυσσέως, εναι πολυτραγουδισμένη καί πασίγνωστη Ποταμούλα Ατωλοακαρνανίας-που πάρχει καί θέατρο μέ τό νομα δύσσειο!!!
Ναί, ν δέ μέ πιστεύετε, κάντε κλικ δ!
 
Τέλος, νά κάνω γνωστό στούς μή γνωρίζοντες, πώς παράδοση μέ τόν δυσσέα νά φορτώνει στόν μο να κουπί κλπ κλπ μέχρι πού φτάνει κάπου, που ο κάτοικοι δέν χουν ξαναδε κουπιά πλοα κλπ κλπ, θρύλος ατός λέω, πέστη βαριά γκεφαλική κάκωση πό τή μέρα πού τόν κατάκλεψαν κάτι χριστιανοί μας πρόγονοι καί τόν πέδωσαν στόν προφήτη λία (μεγάλη χάρη του) -γιά τό ληθές κλίκ δ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου