Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Πλουτώνια ραψωδία





Καλς ρθατε στό πιό διάσημο βιντεοπαιχνίδι. Εναι μιά εκονική περιήγηση σέ μιά θεότρελη, και μακάβρια πραγματικότητα, σ’ να ξέφρενο παιχνίδι σουρεαλιστικς ψευδαίσθησης. χουμε τή δυνατότητα νά σκοτώνουμε διακρίτως φυλς καί χρώματος, νά καταστρέφουμε, νά λεηλατομε, νά καμε, νά νατινάζουμε. Θά μς πάρει βέβαια κάποιο χρονικό διάστημα γιά νά συνηθίσουμε λον ατόν τόν σαματά καί τό χάος, κι ατό γιατί κατάσταση θά εναι πρωτόγνωρη γιά μς. Μέ μιά κπληκτική σύνθεση γραφικν καί χου, μεταφερόμαστε στήν εκονική πραγματικότητα διαφόρων ποχν. Στόχος μας εναι νά προκαλομε σο τό δυνατόν μεγαλύτερες καταστροφές στούς ντιπάλους, πού κάθε φορ εναι διαφορετικοί, μέ τά πλα πού χουμε στή διάθεσή μας.

Χέρια καί πόδια, δόντια καί νύχια, τά ρχικά μας πλα. Πέτρες κλαδιά καί ρόπαλα, μαχαίρια καί σπαθιά, δόρατα καί καταπέλτες, ρκεβούζια, γρόν πρ, κανόνια, καλάζνικοφ, βόμβες, φλογοβόλα, κτοξευτρες ρουκετν καί χειροβομβίδων, πύραυλους καί εροπλάνα. λα ατά θά τά βρίσκουμε παντο στό δρόμο μας καί θά ναβαθμιζόμαστε συνεχς μέ σχυρότερο πλισμό, ν τό διο θά γίνεται καί μέ τήν ναπλήρωση τν ζων μας σέ περίπτωση πού σκοτωνόμαστε στίς διευρύνσεις το χρόνου πού κερδίζουμε, γιά τίς ντίστοιχες πίστες.

Καλή διασκέδαση, λοιπόν, κι ν κάποιοι δέν βρον τό παιχνίδι το τύπου τους γιατί εναι «καλά παιδιά», χαλαρστε κι φστε τήν δρεναλίνη νά κυλίσει στό αμα σας, νά «φυπνισθε» τό θηρίο, αμοσταγής δολοφόνος πού κρύβεται μέσα σας!


Μς καλε πλουτώνια ραψωδία καί χλοβοή τς μάχης, τό τρύπημα τς σάρκας πό τή λόγχη. ο κλαγγές τν πλων, ο κραυγές γωνίας, χος πό τή σάλπιγγα το Χάροντα. Εμαστε μαύρη γς πού τρώει τά γεννήματά της, μαύρη θάλασσα μέ τούς τυφνες της καί τούς πουλους φάλους της, τά μαρα κοράκια. Ψυχοπομποί γγελοι, «χρυσόρραπις ρμς» τν ρχαίων. Περνον ο αἰῶνες σταμάτητα κι π’ που διαβαίνουμε σπέρνουμε τόν λεθρο, ξολοθρεύουμε παιδιά, ρημώνουμε χωριά καί πόλεις, ρχίζουμε μάχες σμα μέ σμα, σκηνοθετομε σφαγές καί μακελειά, θεαματικές αματοχυσίες, ποταμούς αματος, καταστροφές, γριες δολοφονίες καί κτηνώδεις βιασμούς μικρν κοριτσιν, πλιάτσικο, λεηλασίες. Τή μιά εμαστε δ, τήν λλη κε. Σκορπμε τό θάνατο σέ πολέμους γιά ψύλλου πήδημα, κι π’ που περνμε πίσω μας φήνουμε συντρίμμια, νθρώπους πετσοκομμένους, τραυματίες πού σφαδάζουν, πού σπαρταρνε στούς πιθανάτιους σπασμούς, λείψανα, νθρώπινα πομεινάρια πού βογκνε, ψυχορραγον καί  σβήνουν. ξαφανίζουμε κατομμύρια μάχους. Ρουφμε τό αμα τν χθρν μας πού ψυχορραγον, λίγο πρίν νά φήσουν τή τελευταία τους πνοή, ποστραγγίζουμε τίς τελευταες σταγόνες αματος πομυζώντας π’ τά χείλη τίς ψυχές τους, μήν τυχόν καί σηκωθον τά λείψανα κι ρθουν πό πίσω μας μέ τά δόρατα καί μς καρφώσουν. Κατακρεουργομε χέρια καί πόδια τν πεθαμένων μή καί προφτάσουν νά μς κδικηθον καί τέλος σφουγγίζουμε τά αματα πό τά μαχαίρια μας πάνω στά ζεστά σώματα τν σκοτωμένων 2 καί 3 φορές.


Στήν Τροία, λαμποκοποσαν ο σπίδες τν χαιν στόν λιο, καί  στριφογυρνούσαμε εκίνητοι καί χαλκόφραχτοι, πολεμώντας καί σκοτώνοντας καί σέρναμε τά πτώματα τν χθρν μας πίσω πό τά ρματα μέχρι πού ργώσαμε τό χμα καί τό ποτίσαμε μέ τό αμα τν χθρν μας.


Στή μάχη τν Πλαταιν στόμωσαν τά σπαθιά μας καί σπάσανε τά κοντάρια μας, γεμάτη κομματιασμένα βέλη πεδιάδα, διαμελισμένα κουφάρια, 250.000 ο νεκροί Πέρσες. Κηδέψαμε τούς 1360 νεκρούς μας κοντά στίς πύλες τν Πλαταιν σέ χωριστούς τάφους γιά κάθε πόλη, καί μόνο ο Σπαρτιάτες φτιαξαν 3 ξεχωριστούς τάφους ναν γιά σους διέπρεψαν στήν μάχη ναν γιά τούς πόλοιπους Σπαρτιάτες καί ναν γιά τούς ελωτες.


Στούς 279 χρόνους πρό Χριστο καί πό τήν πιδρομή 200.000 Γαλατν στήν Θεσσαλία δέ γύρισαν οτε ο μισοί πό μς τούς Γαλάτες στή βάση μας, κοντά στίς Θερμοπύλες. Τό πεδίο τίς μάχης γέμισε πό τά λείψανα τν συντρόφων μας καί τά ξασπρισμένα κόκκαλά τους  γυάλιζαν για χρόνια πολλά στήν πιφάνεια τς γς. θέση ργότερα νομάσθηκε "Κοκκάλια" καί τ' νομα ατό διατηρεται ς τά σήμερα. Ο γρότες πού σκαβαν τή γς βρισκαν μέχρι πρόσφατα στά χωράφια τούς δικά μας κόκκαλα καί σκουριασμένα κομμάτια πό τά σιδερένια κοντάρια μας.


Στά τετρακόσια πενντα να χρόνια στίς 20 το ούνη ξεκίνησε μάχη  τν θνν, στά Καταλαυνικά πεδία νάμεσα στίς ρωμαϊκές λεγενες, τούς Βυζαντινούς ππότες, τό Γερμανικό ππικό, τους Βουργουνδούς τούς Σουηδούς καί τούς Κέλτες πεζούς του έτιου καί 700.000 βάρβαρων Οννων, Γέπιδων, λανν, Ρούγιων,  Σλάβων, Βάνδαλων, τίς ρδές το ττίλα, καί μες πολεμούσαμε καί πό τίς δύο πλευρές. Τήν λλη μέρα 300.000 διαμελισμένα πτώματα πλεαν σέ ποτάμια αματος κατά τόν Hydatius.


Στούς χίλιους τρακόσους σαράντα καί ξη χρόνους, μαζί μέ τή Χρυσή ρδή το Τατάρου Κιπτσάκ Χν βρεθήκαμε στήν πολύμηνη πολιορκία τς Caffa στή Κριμαία, μως δέν καταφέρναμε νά τήν κπορθήσουμε. ξαιτίας τς βρόμας καί τς δυσωδίας πεσε πιδημία μαύρης πανούκλας στό στρατόπεδό μας.  Στ’ χαμνά καί στίς κλειδώσεις τν πολεμιστν παρουσιάζονταν μεγάλες φουσκάλες καί τρεχε πύον, κολουθοσε πυρετός τς σαπίλας καί θάνατος. Βλέποντας ο ρχηγοί μας τό στρατό νά ξολοθρεύετε, διέταξαν νά δένουμε τά κουφάρια τν συμπολεμιστν μας στούς καταπέλτες καί νά τά κσφενδονίζουμε πάνω καί πίσω πό τά τείχη μέσα στήν πόλη. Βουνά πό νεκρούς δημιουργήθηκαν μέσα στήν πόλη. μπόχα πό τά σαπισμένα πτώματα εχε γίνει πιά φόρητη καί μέσα στήν πολιορκημένη πόλη πανούκλα ρχισε νά θερίζει τούς κατοίκους. πελπισμένοι ο κάτοικοι πετοσαν τά μολυσμένα κουφάρια στή θάλασσα, λλ’ ατό εχε ς ποτέλεσμα νά μολυνθον τά νερά καί τό περιβάλλον. πελπισμένοι ο πολιορκούμενοι τράπηκαν σέ φυγή καί ρκετοί διέφυγαν μέ κάποιες Γενοβέζικες γαλέρες κι τσι μετέφεραν μαζί τους καί τό μικρόβιο τς πανούκλας, τό ποο ξαπλώθηκε καί μόλυνε λόκληρη τήν Ερώπη μέ ποτέλεσμα 20 μέ 25 κατομμύρια νθρωποι, τό να τρίτο του τότε ερωπαϊκο πληθυσμο, νά πεθάνουν στά πόμενα τρία χρόνια.


Εμαστε μαζί μέ τούς πρώτους πού πέρασαν τή Πύλη το γίου Ρωμανο ταν Μωάμεθ κπόρθησε τή  λαμπρή πρωτεύουσα το Βυζαντίου. Τρες μέρες καί τρες νύχτες κράτησε σφαγή. Χωρίς στέγες ταν τά σπίτια, κατακόκκινοι π’ τό αμα ο τοχοι. Ποντίκια περιδιάβαιναν στούς δρόμους, στίς πλατεες καί στά ντουβάρια σκορπισμένα νθρώπινα μέλη. Ζητωκραυγάζαμε τόν Μωάμεθ τόν Πορθητή, ταν μεγαλόπρεπος σο ποτέ ντυμένος μέ τήν λόλαμπρη στολή του, καβάλα στό κάτασπρο λογό του μπκε στήν γιά Σοφιά πατώντας πάνω στά λείψανα τν σκοτωμένων χριστιανν πού εχαν καταφύγει στό ναό γιά νά γλιτώσουν τή σφαγή.


Στά ροπέδια το Μεξικο παρουσιάστηκα σάν τόν  Βιρακότσα  τόν Λευκό Γενειοφόρο μαζί μέ τούς κατακτητές (κονκισταδόρες). Ξεσκιστήκαμε σέ πορεες πάνω στά δύσβατα καί βραχώδη μονοπάτια στό ροπέδιο το Γιουκατν, σέ κτάσεις γς σπαρμένες μέ γκάθια καί θάμνους καί λαξεμένες πέτρες πό τίς παμπάλαιες ατοκρατορίες καί τίς λαμπρές πολιτεες τν Μάγια, τν λμέκων καί τν ζτέκων. Ξασπρισμένες βραχογραφίες ξεθαμμένες πό νασκαφές, κατακόκκινα σημάδια αματος πό φρικτές νθρωποθυσίες καί πό τή δολοφονία το τελευταίου ατοκράτορα Montesuma.


Στά 1821, βαδίζαμε μέ τά σκέρια τν λλήνων πού πάτησαν τήν Τριπολιτσά, πελεκούσαμε, πετσοκόβαμε, ξολοθρεύαμε, πό Δευτέρα μέχρι Σάββατο γύρω στίς 32 χιλιάδες Τούρκους. Τούς μαζεύαμε σέ μάδες καί διακρίτως λικίας καί φύλου φο πρτα τους βασανίζαμε, καί τούς πογυμνώναμε τούς σφάζαμε μέχρις νός καί γέμισε τόπος πτώματα παιδιν καί γυναικών, καί τά χαντάκια κυλοσαν αματα.


Στά 1870 μφανιστήκαμε σάν περήφανοι Πρσοι στρατιτες κι πέναντί  μας στά χαρακώματα εχαμε Γάλλους στρατιτες το Ναπολέοντα το τρίτου. Σύννεφα καπνο κάλυψαν τό πεδίο τς μάχης. Σκοτώσαμε 18 χιλιάδες Γάλλους.Τό σκοτάδι πλώθηκε κι πό παντο κούγονταν ομωγές πληγωμένων καί ρόγχος τν τοιμοθάνατων. Σκέλεθρα πληγωμένων πολεμιστν μς κέτευαν τό Θάνατο πού θά ’δινε τέλος στούς πόνους τους, λόσπαρτα γύρω μας φρικιαστικά παραμορφωμένα πτώματα.


Τίς τελευταες μέρες το Μάη το 1871 καταμετρήσαμε στήν Παρισινή κομμούνα τά πτώματα δεκαεπτά χιλιάδων κομμουνάρων. μες πάντως, ο δυνάμεις τς ντίδρασης -πως μς νόμασαν ργότερα- δέν σταματήσαμε νά σκοτώνουμε καί νά δολοφονομε μέχρι καί τά μέσα του ούνη.


Στόν πρτο μεγάλο πόλεμο, διασκορπίσαμε στά μέτωπα 130.000 τόνους χημικά δηλητηριώδη έρια. Δύο πό ατά ταν φωσγένιο καί τό χλώριο. κε, στά πανοραματικά τοπία τν λόφων, στίς σαγηνευτικές περιοχές το Βερντέν, στά χυρά καί στούς τάφρους τν χαρακωμάτων το μετώπου μόνον πό ατά τά δύο χημικά πλα εχαμε 300.000 τραυματίες καί  90 χιλιάδες νεκρούς, φαρμακωμένους πό τά έρια ναμεμιγμένους μέ τή λάσπη.


Στίς  30η ουνίου 1913 στή διάρκεια το Β΄ Βαλκανικο πολέμου, μαζί μέ τούς Βούλγαρους πού ποχωροσαν, στήσαμε τά πολυβόλα στά γεφύρια καί στούς λόφους γύρω π’ τό Στρυμόνα καί θερίζαμε κατάπαυστα τι κινιόταν. Τά κουφάρια τν νθρώπων πού προσπάθησαν νά περάσουν στήν ντίπερα χθη πλεαν σωρηδόν καί ποταμός ρεε λοκόκκινος πό τό αμα. Καθώς φεύγαμε ποχωρώντας μετά τήν ττα μας, σπέρναμε τήν καταστροφή καί τόν λεθρο, παντο. Σκοτώναμε, διακρίτως, γέρους, νέους, γυνακες καί παιδιά, πό που κι ν περνούσαμε. Ο δρόμοι καί ο πεδιάδες πλημύρισαν πό κρωτηριασμένα πτώματα. ποκαμωμένοι πό τίς σφαγές καί τίς λεηλασίες περικυκλώσαμε τό Δοξάτο καί φο ρπάξαμε τι πολύτιμο βρήκαμε, τό πυρπολήσαμε καί σφάξαμε 650 κατοίκους, λάκερη πόλη γινε παρανάλωμα.


Στίς 5 Σεπτεμβρίου 1936 στήν σπανία, στό Cerro Muriano τς Cordoba, πάτησα τό κουμπί καί νοιξα στιγμιαία το φράκτη τς φωτογραφικς μηχανς, καί ποθανάτισε τή στιγμή πού σφαίρα καρφωνόταν κατάστηθα στό δημοκρατικό πολιτοφύλακα Federico Borrell  Garcia, 24 τν ργάτη. Τό δεξί του χέρι τινάχτηκε, καί σπασμωδικά τα δάχτυλα φησαν τό τουφέκι νά γλιστρήσει, τό νεκροζώντανο κορμί τραντάχτηκε κυματίζοντας στή φορά τς πτώσης του τείνοντας πρός τήν θανασία.


Στή Κρήτη, βομβαρδισμός τν λληνικν καί τν βρετανικν θέσεων πό τήν Λουφτβάφε συνεχίζεται. Τό ράκλειο καίγεται πό τίς πυρκαγιές καί χός πό τίς σειρνες τν στοκας τρομοκρατε τούς κατοίκους. Καί ο δρόμοι εναι γεμάτοι διαμελισμένα πτώματα, λλά καί ξω πό τά τείχη πάρχουν ταφα κουφάρια γερμανν καί ντόπιων μαχητν. Μία πό κενες τίς μέρες, ο Γερμανοί ναπτύχθηκαν στό λεκανοπέδιο, πού διασχίζει ποταμός Καιρίτης, διερχόμενοι νάμεσα στά κουφάρια  τν νεκρν συμπολεμιστν τους, τούς πίλεκτους λεξιπτωτιστές το Μπράουνσβαϊγκ, τά φοβερά παιδιά το Χίτλερ, πού τώρα κρεμόντουσαν πό τά νοιγμένα λεξίπτωτα σάν κακα ξωτικά καί σάν ποικιλόχρωμα γιγάντια πουλιά, πό τά δένδρα βρισκόντουσαν πεσμένοι, κουλουριασμένοι πάνω στήν φιλόξενη γ. Στά Χανιά ατό πού ντίκρισαν τά μάτια μας δέν μπορούσαμε νά τό φανταστομε. Παντο κατακομματιασμένα πτώματα. νθρώπινα μέλη καί λαμαρίνες εχαν γίνει να. Τό μεγαλύτερο νθρώπινο μέλος πού πρχε στό χρο ταν λιγότερο πό πέντε κιλά.


Τόν Νοέμβριο το 1942, βρεθήκαμε μαζί μέ τούς λλοτε περήφανους Τεύτονες τς Βέρμαχτ στό Στάλινγκραντ πού ταν νας σωρός ρειπίων καί διάσπαρτα κείτονταν τά παγωμένα κουφάρια τν νεκρν συντρόφων μας. ταν στίς 2 Φεβρουαρίου το 1943 ναγκαστήκαμε νά παραδοθομε εχε τελειώσει φονικότερη μάχη λων των ποχν. 478.741 νεκροί καί 650.000 τραυματίες ταν ο πώλειες τν σοβιετικν καί 800.000 νεκροί Γερμανοί κείτονταν διάσπαρτοι στίς παγωμένες στέπες τς Σιβηρίας.


Στίς 13 τό Φεβρουάριο το 1945, ξεκινήσαμε κατά κύματα τό βομβαρδισμό τς Δρέσδης, ντολές τς ΡΑΦ ταν ρητές: « πόλη πρέπει νά σοπεδωθε». Τό θέαμα ψηλά πό τά εροπλάνα μοιαζε μέ Χολιγουντιανή περπαραγωγή, μιά πύρινη πόλη πού καιγόταν λόκληρη μαζί μέ τούς κατοίκους της.


Στίς 6 Αγούστου το 1945, Χιροσίμα μς προσέφερε εκόνες παράμιλλης μορφις, πάνω πό 200 χιλιάδες νθρωποι ξαϋλώθηκαν καί τό 80% τν κτιρίων καταστράφηκαν πό τήν πρώτη κρηξη τομικς βόμβας καί μς θελξε τόσο στε  τρες μέρες ργότερα παναλάβαμε καί στό Ναγκασάκι μέ τυχς λιγότερο καταστρεπτικς μορφις εκόνες.


Τήν 1η το Φεβρουαρίου το 1968, ξανάνοιξα στιγμιαία το κλεστρο τς φωτογραφικς μου μηχανς κλάσματα το δευτερολέπτου πρίν ρχηγός τς στυνομίας το Νοτίου Βιετνάμ Nguyen Ngoc Loan πατήσει τή σκανδάλη καί πυροβολήσει ξ παφς στό κεφάλι τόν δεμένο πισθάγκωνα αχμάλωτο Βιετκόνγκ  καταμεσήμερο στή μέση του δρόμου. παθανάτισα τόν καταληκτικό μορφασμό στό πρόσωπο το νθρώπου τή στιγμή κριβς πού σφαίρα διαπερνοσε τόν γκέφαλο διασκορπίζοντας τά μυαλά το δυστυχ κούλη. Μεγεθύνοντας με το φακό τή φωτογραφία, βλέπουμε τη σφαίρα πού βγαίνει πό τήν λλη πλευρά το κεφαλιο καί πίσω ρημος δρόμος.


Εκόνες καταστροφς παντο, πανθρακωμένα καί κρωτηριασμένα κουφάρια νδρν γυναικών  καί μικρν παιδιν. γλυκερή σμή τς σαπισμένης σάρκας βρίσκεται παντο, στοιχεο πού μαρτυρ τι πρόκειται γιά μαδικό νθρώπινο τάφο. Ο ζωντανοί Σέρβοι πού κρύβονταν στά πόγεια νά γλυτώσουν πό τούς  βομβαρδισμούς μς ξήγησαν τι κατοντάδες πτώματα βρίσκονται κάτω πό τά ρείπια καί τή σκόνη.


Στό Goma το Ζαΐρ, λίμνη Κίβου μεγάλη σάν θάλασσα μολυσμένη πό χιλιάδες πτώματα τν Τούτσι, τό νερό εναι κατακόκκινο καί φαρμάκι ταν τό πίνουμε.


Στή Νέα όρκη κάποιο Σεπτέμβριο, νας σωρός πό λιωμένο τσάλι, παλιοσίδερα, θρυμματισμένα τζάμια, τσιμέντα, μέ 110 περήφανους ρόφους καί 410 μέτρα ψος, στάχτες, ρημάδια ποκαΐδια καί πτώματα σωρός.


ταν μπήκαμε στόν προσφυγικό καταυλισμό τς Τζενίν μέ τή συνοδεία σραηλινν στρατιωτν, τά μοναδικά ζωντανά πού εχαν πομείνει ταν τά πουλιά καί κάτι κότες πού περιδιάβαιναν στούς ρημους δρόμους, κάποιοι μως επαν τι εδαν νθρώπους νά κρύβονται μέσα στά γκατα τν δειων πηγαδιν. μυρωδιά πό τά σαπισμένα πτώματα θαμμένα κάτω πό τούς σωρούς καί τά γκρεμίσματα τν σπιτιν καναν ποπνικτική τήν τμόσφαιρα. δια εκόνα καί στό Ναό τς Γεννήσεως, στή Βηθλεέμ. Τά πτώματα δύο Παλαιστίνιων στυνόμων κείτονταν στό προαύλιο χρο το ναο, ν μέσα στό ναό ο τραυματίες παρέμεναν βοήθητοι, καθώς ποκλεισμός συνεχιζόταν, ν ο σραηλινοί στρατιτες μέ τή χρήση μεγάφωνων βομβάρδιζαν τούς γκλείστους  μέ χους λικοπτέρων πού πλησιάζουν, ρμάτων μάχης καί γαβγίσματα σκυλιν.



                                                                  Κι’ λο ατό τό λοκαύτωμα
μες τό βιώσαμε
τό εδαμε
καί μείναμε λαλοι
πό τήν ξιοθρήνητη και τραγική μας μοίρα
         κι ο ψυχές μας γιόμισαν γωνία…








                










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου