"τηλόθι πάτρης, ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν·" (ιλιάδα α΄ 31) . θὰ τὴν πάρω μαζί μου στὴν πατρίδα νὰ ὑφαίνει καὶ νὰ μοῦ ζεσταίνει τὸ κρεβάτι, λέει ὁ Ἀγαμέμνονας στὸν Χρύση, τὸν πατέρα τῆς Χρυσηίδας ὅταν αὐτὸς πῆγε στὸ στρατόπεδο τῶν Ἀχαιῶν μὲ δῶρα γιὰ νὰ πάρει πίσω τὴν κόρη του.
λέχος –ους: ἀνακλιντρον, κλίνη, στρωμνή, κλίνη ἔρωτος, φωλιὰ πτηνοῦ ἀλλὰ καὶ δήλωση τοῦ σκελετοῦ κλίνης ἒφ ἢς τίθεται ἡ στρωμνή.
Ἡ ἐκπληκτικὴ αὐτὴ λέξη ἔρχεται ἀπὸ τὴν ΙΕ ρίζα *legh "κεῖσθε ἐν τοῖς".
Ἀπὸ ἄδω παράγονται μία σειρὰ ἀπὸ λέξεις ὅπως : λόχος, τόπος ἐνέδρας ἀλλὰ καὶ ἔνοπλη ὁμάδα στρατιωτῶν ἀλλὰ καὶ τοκετός, γέννα. λεχῶ –ους (λεχώνα πιθανότατα λόγω τῆς θέσης τῆς γυναίκας ποὺ γεννάει) λέσχη, ἄρχ. σήμ. τόπος ἀναπαύσεως, τάφος) ἀλλὰ καὶ ἀδολεσχία κ.α.π
Βεβαῖα βλέπει κανεὶς πόσο περίεργα εἶναι τὰ γλωσσικὰ παιχνίδια, ἐνῶ ἡ γλώσσα μας διαθέτει τόσο ὡραῖες λέξεις γιὰ τὴν κλίνη καθιερώθηκε τελικὰ νὰ λέγεται, ἀπὸ τὴν σχετικὰ κακόηχη καὶ ξένη λέξη, κρεβάτι.
Κλίνη, ἡ εὐνὴ καὶ ἡ κοίτη. Εἴχαμε καὶ ἔχουμε τρεῖς ὡραιότατες λέξεις.
Ἀπὸ τὴν κλίνη, μὲ θέμα κλὶν- ἔχουμε: κλὶν-η (κλιν-ικός, κλιν-ήρης, κλιν-ισκεπάσματα), δὶ-κλινος, μονό-κλινος, κλιν-άρι, -κλιν-ής (ἐπι-κλιν-ης, γονυ-κλινῆς), ἀνὰ-κλιν-τρο. κλινική, κλινοσκέπασμα, κλινήρης κ.α.π.
Ἀπὸ τὴν εὐνὴ ἔχουμε: συνευνος, ὁ σοικκοιμώμενος ἐν τὴ αὐτὴ κλίνη, συνευνάζω, ὑπανδρεύω, μείγνυμαι σαρκικῶς, εὐνουχισμός, εὐνοῦχος καὶ τὶς σχετικὲς λέξεις.
Ἀπὸ τὴν κοίτη ἔχουμε: σύγκοιτος, σύγκοιτη, κοιτώνας κ.λ.π.
Σὲ ὅτι ἀφορᾶ τὴ χρήση τῆς κλίνης παρὰ τοῖς ἀρχαίοις.
Τὸ κρεβάτι ἦταν τὸ κύριο ἔπιπλο τῶν ἀρχαίων ἑλλήνων, γιατί διάβαζαν, ἔγραφαν καὶ σκέφτονταν ξαπλωμένοι στὸ κρεβάτι τους. Σημειωτέον ὅτι τὸ χρησιμοποιοῦσαν γιὰ κατάκλιση ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ διάρκεια δείπνων καὶ συμποσίων, ἀντὶ καθίσματος. Εἶναι γνωστὲς οἱ ἀπεικονίσεις δείπνων τῆς ἀρχαιότητας ὅπου οἱ συνδαιτυμόνες ξαπλωμένοι σὲ κλίνες ἀπολαμβάνουν τὸ δεῖπνο ἀπὸ τραπέζια ποὺ βρίσκονται μπροστά τους.
Στὰ Ὁμηρικὰ χρόνια ἡ κλίνη εἶναι ἁπλή. Περιγράφονται ὅμως καὶ πλούσιας διακόσμησης κλίνες ὅπως γιὰ παράδειγμα στὴν Ἰλιάδα (ρ. γ΄στ. 448 ) "ἐν τρητοίσι κατεύνασθεν λεχέεσσιν." Τὰ κυριότερα μέρη τῆς Ὁμηρικῆς κλίνης εἶναι οἱ χλαῖνες καὶ τὰ ρήγεα (Οδύσσεια τ΄337) "ἢ τοὶ ἐμοὶ χλαῖναι καὶ ρήγεα σιγαλόεντα", καὶ ἡ μὲν χλαίνη ἦταν ἕνα εἶδος, παχὺ ἀπὸ μαλλὶ, ὕφασμα τὸ ὁποῖο ἔριχναν πάνω τους στὰ κρύα καὶ ἐνίοτε τὸ ἔστρωναν γιὰ νὰ κάθονται ἀναπαυτικότερα. Τὸ ὅτι δὲ, χρησιμοποιοῦσαν τὴ χλαίνη καὶ γιὰ κλινοσκέπασμα γίνεται σαφὲς στὴν Οδύσσεια, ἀρκεῖ νὰ διαβάσουμε στὴν ραψωδία ξ΄ τοὺς στίχους 488, 500, 504, 513, 529, ἀλλὰ καὶ στὴν ραψωδία υ΄ στ. 4. Τὰ δὲ ρήγεα ἦταν μαλακότερα καὶ πολυτελέστερα ὑφάσματα ἀπὸ μαλλί. Στὶς κλίνες τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν ἔστρωναν πρῶτα τὰ κώεα (δέρματα κυρίως ἀπὸ πρόβατα) ἐπάνω δὲ τοποθετοῦσαν ρήγεα καὶ ἀποπάνω λινὰ ὑφάσματα ἢ τάπητες. Ἡ χλαίνα στὸ τέλος χρησίμευε γιὰ σκέπασμα τοῦ κοιμώμενου. (Ὄδ. δ΄ 296 καὶ Ἴλ, ω΄643)
Ἀργότερα πάνω στὸ κρεβάτι ὑπάρχει στρωμνὴ ἀπὸ ἄχυρα ἢ ἄλλα παρεμφερῆ ὑλικὰ καθὼς ἐπίσης προστίθενται καὶ μαξιλάρια. Σεντόνια μᾶλλον δὲν χρησιμοποιοῦσαν, ἐνῶ σκεπάζονταν μὲ κλινοσκεπάσματα τὰ κύρια ὑλικὰ τῶν ὁποίων ἦταν τὸ μαλλὶ καὶ τὸ λινάρι. Τὸ χειμώνα στὸ κρύο μὲ αντρομίδες καὶ μπαντανίες καὶ πιὸ ἐλαφρὰ στὶς ζέστες, ὅλα ὑφαντὰ ποὺ τὰ ὕφαιναν οἱ γυναῖκες στὸ σπίτι, ὅπως ἀκριβῶς γινόταν καὶ μέχρι πρόσφατα στὸ χωριό μου. Συνηθισμένα σκεπάσματα γιὰ τοὺς φτωχοὺς ἦταν καὶ οἱ προβιὲς καὶ τὰ δέρματα διαφόρων ζώων. Ποικιλία ἀπὸ κλινοσκεπάσματα καὶ μαξιλάρια προσέθεταν σ' ἕνα κρεβάτι πολυτέλεια καὶ σήμαιναν πλοῦτο. Ὁ Ἀθήναιος στοὺς δειπνοσοφιστὲς του γράφει γιὰ ἕναν πλούσιο νεαρὸ ἄνδρα: " Προσκεφάλαια δ´ εἶχε τρία μὲν ὑπὸ τῇ κεφαλῇ βύσσινα παραλουργῆ, δι´ ὧν ἠμύνετο τὸ καῦμα, δύο δ´ ὑπὸ τοῖς ποσὶ ὑσγινοβαφῆ τῶν Δωρικῶν καλουμένων·" (VI, 255e) λέγοντας χαρακτηριστικὰ πὼς στὸ κρεβάτι του εἶχε τρία μαξιλάρια γιὰ τὸ κεφάλι του καὶ δύο κάτω γιὰ τὰ πόδια.
Τέλος φημισμένες πόλεις γιὰ τὴν κατασκευὴ ἀναπαυτικῶν καὶ πολυτελῶν στρωμάτων, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ Ἀριστοφάνης ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν Ἀθήναιο, ἤσαν ἡ Μίλητος καὶ ἡ Κόρινθος.
Αὐτὰ εἶχα νὰ πῶ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου