Βεβαίως καὶ κάποιος μπορεῖ νὰ κάνει ἔρωτα πάνω σ’ ἕνα χαλί, πάνω στὸ γρασίδι, πάνω στὸ χιόνι, πάνω στὴν ἄμμο τῆς ἀκρογιαλιᾶς, μέσα στὴ θάλασσα ἢ ἀκόμα καὶ στὰ ὄρθια. Ὅμως τὸ κυρίως ἔπιπλο τοῦ ἔρωτα εἶναι τὸ κρεβάτι, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι κι’ ἕνα φτωχικὸ ντιβάνι. Τὸ κρεβάτι εἶναι τὸ ἔπιπλο τῆς γέννησης, τὸ ἔπιπλο τοῦ ἔρωτα, τὸ ἔπιπλο τῆς ἀρρώστιας καὶ τὸ ἔπιπλο τοῦ θανάτου. Κάπου διάβασα (δὲν θυμᾶμαι ποῦ) ὅτι οἱ Ἰνδοὶ μόνο κοιμοῦνται στὸ κρεβάτι, ὅπου ἀπαγορεύεται νὰ γεννηθοῦν νὰ κάνουν ἔρωτα ἢ νὰ πεθάνουν- γιατί θεωροῦν πὼς ἡ ἐπαφὴ μὲ τὴ μάνα γῆ εἶναι ἀναγκαία στὴ γέννηση, στὸν ἔρωτα καὶ στὸ θάνατο. Οἱ νεοέλληνες λένε ὅτι μία σεξουαλικὴ γυναίκα πὼς εἶναι κρεβατάμπλ, καὶ ἐπίσης προσδιορίζουν πὼς κάνει καλὸ κρεβάτι.
Την σήμερον ἡμέρα ἡ ἐρωτικὴ πρόσβαση στὸ κρεβάτι χαρακτηρίζεται ἀπὸ μία ἁπλότητα. Ἀλλὰ ὁ ἑκάστοτε σουλτάνος τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας δεχότανε τὴν εὐνοούμενη τῆς βραδιᾶς μὲ ἀπολύτως τυποποιημένο πρωτόκολλο.Τὴν φροντίδα γιὰ τὴν ποιότητα τῆς ἡδονῆς τὴν εἶχε ἡ μητέρα του ἡ βαλιδὲ σουλτάνα. Ἡ βαλιδὲ σουλτάνα ἐπέβλεπε τὴ σχολαστικότατη προετοιμασία τῆς χανούμισσας ποὺ εἶχε προσκληθεῖ γιὰ τὴν ἐρωτικὴ νύχτα τοῦ σουλτάνου. Ὁ σουλτάνος περίμενε τὴν χανούμισσα ξαπλωμένος στὸ κρεβάτι. Ἡ χανούμη ἔμπαινε δειλὰ δειλὰ στὸν ὀντὰ τοῦ σουλτάνου κι ἔπεφτε στὰ πόδια του. Ἔπειτα σιγὰ σιγὰ ἄρχιζε νὰ ἀνηφορίζει χαϊδεύοντας τὰ αὐτοκρατορικὸ κορμὶ ἐνῶ ὁ σουλτάνος διατηροῦσε τὸ παγερό του ὕφος. Στὸ τέλος ἡ χανούμισσα γλίστραγε μέχρι τὸν ὦμο τοῦ σουλτάνου κι’ ἐκεῖ σταμάταγε, διότι ἀπαγορευόταν νὰ φτάσει κανεὶς πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὸ ἱερὸ πρόσωπο τοῦ σουλτάνου. Αὐτὰ τὰ ὀλίγα, γιὰ περισσότερα ἐδῶ:
Ἡ προέλευση τῆς λέξης κρεβάτι εἶναι μυστηριώδης. Ὁ Ἀνδριώτης γράφει ὅτι οἱ λέξεις κράβατος, κραβάτιον, κραβάτιν, κρεβάτι, προῆλθε ἀπὸ τὸ λατινικὸ "grabatus" τὸ ἴδιο λέει καὶ ὁ Μπαμπινιώτης.
[ΕΤΥΜ. <μέσν. κρεβάτιον < μτγν. κραβάτιον, ὑποκ. τοῦ οὔσ. κρὰβ(β)ἀτος, ἀβεβ. ἐτύμου, πίθ. ἀνατολικὸ δάνειο, ὅπως καὶ τὸ συνώνυμο λάτ grabatus]
Μπαμπινιώτης
Στὸ Liddel and Scott βρίσκω:
Βέβαια κι ἔψαξα, ἀλλὰ δὲν βρῆκα παρὰ μόνον μία καὶ μοναδικὴ ἀναφορὰ στὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ γραμματεία μὲ τὴν λέξη κράββατος ἢ κράβαττος. "ὡς τὸν κράβαττον ἐν τῷ πανδοκείω". Ἀρριανός, Ἐπίκτητου διατριβαὶ βιβλ. Ι [1,24] (Πῶς πρὸς τὰς περιστάσεις ἀγωνιστέον 14)
Βέβαια πρέπει νὰ σημειώσω ἐδῶ ὅτι ὁ Αρριανός γράφει τὰ συγγράματά του μετὰ τὸ 160 μ.κ.χ, καὶ ὅτι ἡ λέξη ἀπαντᾶται κυρίως σὲ χριστιανικὰ κείμενα, κυρίως στὸ κατὰ Μάρκον, στὸ κατὰ Ἰωάννην καὶ στὶς πράξεις τῶν ἀποστόλων. Γιὰ παράδειγμα "ἄρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει", λέει ὁ χριστὸς στὸν παράλυτο (κατὰ Ἰωάν. ε' στ. 6) καὶ "ἐπὶ κλιναρίων καὶ κραββάτων" (πρ. απ. 5:15) ἐπίσης τὴν βρῆκα στὸ κατὰ Μάρκον: 2:4, 2:9, 2:11, 2:12, 6:55 στὸ κατὰ Ἰωάννην: 5:8, 5:9, 5:10, 5:11 καὶ στὶς πράξεις τῶν ἀποστόλων: 5:15, 9:33 κ.α
Στὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ γραμματεία βρίσκουμε πολλὲς ἀναφορὲς στὸ κρεβάτι στὶς ὁποῖες ἀναφέρεται μὲ πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ κλίνη, ἀπὸ τὸ ἀπαρέμφατον κλίνειν, τοῦ ρήματος κλίνω, δηλαδὴ ξαπλώνω, εἶναι τὸ πιὸ διαδεδομένο.
Κλίνω, κάμνω τί νὰ λάβη λοξὴ θέσιν, κλίνω, κάμπτω, στηρίζω. Καὶ κλίνη, η, τὸ κρεβάτι.
Ἡ λέξη κλίνω εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ παραγωγικὲς λέξεις τῆς Ἑλληνικῆς σὲ διαχρονικὸ ἐπίπεδο. Ἡ λέξη ἔρχεται ἀπὸ τὴν ἀρχικὴ I.E. ρίζα *klei- "κλίνω, στηρίζω, στρέφω". ἀπὸ τὴν ὁποία σχηματίστηκαν τὸ λάτ. clino "κλίνω", σανσκρ. Srayati "στηρίζει" ἀγγλ. lean "στηρίζω, ἀκουμπῶ" κ.α.π
Ἀπὸ τὸ ρῆμα κλίνω παράγονται ἕνα σωρὸ λέξεις π.χ κλίμακα (ἄρχ. κλίμαξ), κλίσις, κλίμα, κλίμαξ, κλιτός, κλιτὺς κλιμὰκ-ιο, δὶ-κλὶ-δ-ες
κ.α.π
Ἡ ἀμέσως συχνότερη ἀναφορὰ τοῦ κρεβατιοῦ κυρίως στὰ Ὁμηρικὰ ἔπη εἶναι μὲ τὴν λέξη εὐνὴ.
Ἐπίσης: " καὶ γυναίκα καὶ γαμηλίους εὐνᾶς ἀγῆλαι λαμπάδας τ΄ ἀνασχεθεῖν", γράφει ὁ Εὐριπίδης στὴ Μήδεια (στ. 1027).
Εὐνή, ἡ κοίτη ὁ τόπος ἔνθα τὶς ἀναπαύεται, ἡ κλίνη, τὸ κρεβάτι, ἡ φωλιὰ τοῦ πτηνοῦ, ἡ κοίτη λαγοῦ κλπ.
Εὐνάζω, βάζω κάποιον νὰ κοιμηθεί, ἀλλὰ καὶ εὐνάζομαι: κατακλίνομαι, κουρνιάζω, ἔρχομαι εἰς συνουσίαν, καὶ εὐνέτης ἢ εὐνήτης: ὁ σύζυγος. Τὸ ρῆμα εἶναι:
Κάποιοι ἐτυμολογοῦν ἀπὸ ἐδῶ καὶ τὸ μουνὶ ἀλλὰ εἶναι μᾶλλον λάθος, ἐπὶ τοῦ θέματος θὰ ἀναφερθοῦμε ἐν καιρῶ.
Τὴν κλίνη ποὺ ἦταν ἐπίπεδη πάνω στὸ ἔδαφος, κατὰ γής, ἀποκαλοῦσαν χαμεὺν-η, (ἀπὸ τὸ χαμηλὸς) καὶ χάμευν-α ἦταν ἡ παλέτα κλίνη.
Τὴν ἑπόμενη λέξη τὴ συναντᾶμε στὶς Νεφέλες, ὅπου ὁ Ἀριστοφάνης βάζει τὸ Σωκράτη νὰ λέει: " Ἔξει τὸν ἀσκάντην λαβῶν; " ( Νεφέλες, στ.633).
Τὴν ἑπόμενη λέξη τὴν συναντᾶμε στὸν Φίλιππο τὸν Ἀράβιο, ὅπου ὁ γραμματικὸς αὐτὸς, ποὺ ἔζησε τὸν 2ον αἰώνα μ.κ.χ, ἀπορρίπτει μετὰ βδελυγμίας τὴ λέξη κράββατος/κρεβάτι.
"Σκίμπους λέγε͵ ἀλλὰ μὴ κράββατος• μιαρὸν γάρ". Περισσότερα στον γίγαντα Σαραντάκο εδώ:. http://www.sarantakos.com/language/frynixos.html
Σκίμπους –ποδος: σκαμνὶ διπλωτό, εἶδος ἀναπαυτικοῦ κρεβατιοῦ, φορεῖο.
Συνεχίζεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου