Καλή χρονιά! Ἀρκεῖ νά μή μασᾶτε τήν ἐπίπλαστη εὐήθεια τῶν εὐχῶν γιά τό νέο ἔτος. Καί μακάρι ὅλοι μας νά ἀπολαμβάνουμε μέ φιλοσοφική ἡδονή τά καινούρια μας λάθη! Γιά παράδειγμα τό νερόβραστο «Νά ‘σαστε καλά»! Καί, κυρίως, νά μή μετανιώνετε. Ἄλλωστε, τί νόημα θά εἶχε;
Ὅπως ὁ κάθε καινούργιος χρόνος ἔτσι καί ὁ ἐπερχόμενος δέν εἶναι μωρό, εἶναι γέρος.Τόν ἄσπρισε ἤδη ἡ ἀϊδιότητα τοῦ ἄγνωστου μέλλοντος. Ἄλλωστε ἡ αἰωνιότητα εἶναι ὁ καινούργιος χρόνος, ὡς κοινή προοπτική του
μέλλοντός μας. Νήπιο, ὅμως, εἶναι πάντα ὁ χρόνος πού φεύγει. Καί
μάλιστα νήπιο ἑνός ἔτους, ἀκριβῶς. Ὁ καινούριος, πάλι, εἶναι τόσο ξεκουτιασμένος
γέρος, πού πιστεύει σέ εὐχές, σέ προφητεῖες, σέ ξόρκια καί μαγικά,
σέ χρησμούς καί βασκανίες, ἐλπίζοντας, γιά φαντάσου, νά εἶναι ἀΐδιος. Χωρίς νά πηγαίνει καθόλου τό μυαλό του στό
κακό, τοῦ κωλόγερου. Γι' αὐτό καί τό κακό ἐνσκήπτει κάθε χρόνο. Ἀναποφεύκτως. Τό κακό πού
παίζει μέ τούς ἀπροστάτευτους ἀνθρώπους, τούς κολλάει σάν
μύγες στά κρυστάλλινα πεδία τ' οὐρανοῦ, σάν κουνούπια στίς ἀκροτοιχίες τοῦ σύμπαντος. Ἀπ' τήν ἄλλη πλευρά, ἄν στήσεις τό αὐτί σου, χάος. Καί τό κακό
καγχάζοντας καταδεικνύει τοιουτοτρόπως στόν χρόνο τή μωρία του. Μωρίας ἐγκώμιον, ἡ τιμωρία του.
Ὁ παλιός χρόνος, σουφρωμένο
μωρό πού γέρασε πρόωρα, μαθαίνει νά κουκουβίζει στήν ἄκρη, καί νά γλύφει τίς
πληγές του σιωπηλά. Αὐτή ἡ σιωπή λέγεται πολιτισμός,
ἐνῶ ἀπό τίς κουίντες τῆς σκηνῆς ἀκούγεται ἡ Συμφωνία τῶν Παιχνιδιῶν τοῦ πατρός Leopold.
Μόνο
πού τώρα τά ὄργανα ἔχουν φτιαχτεῖ ἀπό κρανία καί κόκαλα ἀδικοχαμένων μαρτύρων. Ὅπως τό βωμό τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ στό Otranto καθώς καί
τούς τοίχους κοσμοῦν τά ὀστᾶ 800 μαρτύρων. Εἶναι ἡ σοδειά τοῦ χρόνου καί μήν
διαμαρτύρεστε. Οἱ χαρμολύπες ἔστωσαν γιά τούς νταραβερτζῆδες τῆς τηλ’ εὐήθειας. Ἐμεῖς ἅς τραγουδήσουμε, σάν ἑωθινό γιά ὅλα τα μωρά του- μακάρι γιά
πολύ ἀκόμη πανέμορφου- κόσμου
καί γιά ὅλα αὐτά τά παιδιά πού εἶχαν τήν ἀτυχία νά ἔχουν ἐμᾶς σάν ἐνήλικες, τούς στίχους τοῦ ποιητῆ:
Ἄραγε, σέ τίνος τ’ ὄνειρο ἀνέθεσα
τοῦ κόσμου ὅλου το φύλαγμα
καί
τό πῆρε ὁ ὕπνος;
Κι
ὅμως. Ἡ εὐτυχία μπορεῖ νά ψηλαφιστεῖ κι ἅς μήν τό λένε τά κανάλια
στίς εἰδήσεις. Ἡ μυρωδιά ἑνός βρέφους... μιά ἡλιαχτίδα πού ξεμυτάει ἀπό τά μαῦρα σύννεφα.. τό χαμόγελο ἑνός παιδιοῦ, γιατί ὅταν γελάει ἕνα παιδί ὑπάρχει ἀκόμα ἐλπίδα!
Γιατί
ἔτσι καί μόνον ἔτσι αὐτός ὁ, κάλλιστος, ὁ μικρός ὁ μέγας κόσμος,
περπατάει...
Υ.Γ
Δέν πάω καθόλου καλά τώρα τελευταῖα. Βλέπω κάτι ὄνειρα… μά κάτι ὄνειρα… Θά σᾶς περιγράψω ἕνα:
Βλέπω
πού λέτε, ξαφνικά τή Βασιλειάδου καφετζού vά λέει τόν καφέ ὁλοζώνταvη καί νά ἐξηγεῖ: «Μωρέ ἐδωνά ἔχουμε σιvεμασκόπ, βλέπω
μέχρι καί τό θησαυρό τοῦ Σολωμοῦ!». Πῶς μπορεῖ νά πεθαίνει κάτι ποῦ ἔχει ζήσει; Καί ὁ μέγας Χατζηχρῆστος, μέσα ἀπό τήν ὀθόνη τοῦ ὀvείρου μου, ἀπαντάει σέ κάποιον πού τόν
ρωτάει τί δουλειά κάνει: «Δουλεύω σ' ἕvα φίλο μου». Κι ὁ φίλος σου τί δουλειά κάvει; «Δουλεύει σ' ἕναν ξάδερφό του». Κι ὁ ξάδερφος; «Δουλεύει σέ ἕvαv μπάρμπα του». Κι ὁ μπάρμπας τί δουλειά
κάvει; «Ψάχvει νά βρεῖ δουλειά»!
Μέ
τήν ἀνεργία νά ἀκουμπάει τό 30% διερωτῶμαι ἄv ὑπάρχει πιό τραγικά ἐπίκαιρη, ἀστεία ἀτάκα. Ὅσο γιά τούς θησαυρούς τοῦ Σολομώντα, αὐτοί βρίσκονται στήν Ἐλβετία στούς
παρατρεχάμενους καί τούς συγγενεῖς ὑπουργῶν καί ὑπουργίσκων.
«Ἀνάθεμα στά τάλαρα» πού ἔλεγε καί ὁ Κωvσταντῖνος Θεοτόκης, ὅταν ἡ ἀπληστία καταβροχθίζει τά
πάντα ἀλλά καί τήν τόσο ἐλαστική πιά τιμή μας ἤ τήν τιμή τῆς ἀγάπη μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου