Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Ὁ ἔρωτας στὰ παλιὰ τὰ χρόνια




Τὸ κωλόπαιδο μὲ κοίταξε μὲ ἕνα ὕφος…  καὶ μοῦ λέει
-Τί κοιτᾶς ρὲ μπάρμπα, ἐσεῖς στὴν ἐποχή σας πὼς κάνατε ἔρωτα δηλαδή.
Μπαρμπαριὰ καὶ Τούνεζι ρὲ σπόρε. 
Σίγουρα ὄχι ἐπὶ τῆς παραλίας, σὲ κοινὴ θέα δηλαδή.

Τί μου θύμισε τὸ παλληκαράκι!

Σήμερα τὰ πράγματα στὴν Ἑλλάδα εἶναι πιὸ ἁπλά. Ἡ  νέα γενιὰ εἶναι ἐρωτικῶς ἀπελευθερωμένη γενιά.

Τί γινότανε ὅμως τὸν παλιὸ καιρό; Τότε ποὺ τὰ κορίτσια δὲν καθόντουσαν τότε ποὺ ἡ διακόρευση ἐθεωρεῖτο ἔγκλημα, τιμωρούμενο ἄλλοτε μὲ βρωμοξύλο (στὴν καλύτερη περίπτωση) καὶ μαχαιριές, καί, ἄλλοτε μὲ βίαιο γάμο. 
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλὴ ἀρκεῖ νὰ ἀνατρέξει κανεὶς στὴ μυθολογία τῆς ἐποχῆς, στὶς δεκάδες ταινίες τοῦ 60 καὶ τοῦ 70 ἀλλὰ καὶ σὲ ἀρκετὰ βιβλία ἐποχῆς.

Ὅταν πρὸ ἀμνημονεύτων ἐτῶν ἤμουνα πιτσιρίκος κάναμε ἔρωτα ὑπαιθρίως, στὰ πέριξ. Καὶ μάλιστα στὰ γρήγορα ἀφοῦ τὸ κορίτσι ἔπρεπε νὰ ἐπιστρέψει νωρὶς στὸ σπίτι. Εἶναι ἡ ἐποχὴ ποὺ ὀργίαζαν οἱ μπανιστιρτζῆδες-ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι μία ἄλλη ἱστορία. Οἱ μπανιστιρτζῆδες καμιὰ φορᾶ ἤσανε ἐπικίνδυνοι, ὅπως ὁ δράκος τῆς Θεσσαλονίκης ἢ ὁ δράκος τῆς Βουλιαγμένης. Ὅμως ὁ μεγάλος κίνδυνος ἐρχόταν τότε ἀπὸ τοὺς αἰφνιδιασμοὺς τῆς ἀστυνομίας τῶν Ἠθῶν. Οἱ μπασκίνες περικύκλωναν ἕνα μέρος (πχ τὸ λόφο τοῦ Στρέφη τότε) κι ἔπειτα ὀρμάγανε φωτίζοντας τὸν τόπο μὲ κάτι τεράστιους φακούς. Μετὰ περνάγανε ἀπὸ ζευγαράκι σὲ ζευγαράκι κάνοντας μία ἐπιτόπια ἀνάκριση. Ἂν ἔπεφταν πάνω σὲ τίποτα πιτσιρικάδες τοὺς ἐδίωχναν αὐτοστιγμεὶ μὲ τὴν ἄγρια προτροπή:
-Νὰ μὴν ξαναπατήσετε ἐδῶ ρέ.
Τοὺς ὑπόλοιπους ποὺ τράβαγε ἡ μάπα τοὺς (τουτέστιν εἶχαν ὕποπτο παρουσιαστικὸ) τοὺς τρέχανε στὸ τμῆμα. Τὰ ζευγαράκια τότε ξεκινάγανε γιὰ τὰ πέριξ λίγο πρὶν βραδιάσει. οἱ μάγκες ποὺ τὰ βλέπανε ἔλεγαν: 
πᾶνε γιὰ τὸ ρίξε-ρίξε.

Νὰ κάνω μία παρένθεση ἐδῶ καὶ νὰ πῶ ὅτι μέχρι τη δεκαετία του 60 οἱ κιλότες τῶν γυναικὼν ἤσανε μεγάλες- ὄχι βέβαια σὰν τὰ βρακιὰ μὲ τὰ ἑφτὰ βρακοζώνια τοῦ πρὸ-προηγούμενου αἰώνα ποὺ ἔφταναν ὡς τὸ γόνατο καὶ ἄνοιγαν ἀπὸ πίσω γιὰ νὰ εὐκολύνουν τὶς κυρίες στὸ ἀποχωρητήριο ἀλλὰ καὶ στὸν ἔρωτα. Ἂν παρατηρήσουμε τὶς διαφημίσεις καὶ τὶς κὰρτ ποστὰλ ἐκεῖ στὴν περίοδο τοῦ μεσοπολέμου λανσάρονται οἱ κιλότες τῆς νεώτερης ἐποχῆς. Σήμερα βέβαια τὰ κιλοτάκια εἶναι λιλιπούτια καὶ φτάσαμε στὸ ἄλλο ἄκρο μὲ τὸ στρίνγκ. Παλιότερα οἱ γυναῖκες ἀγόραζαν τὶς ζέρσεϊ ἢ τὶς βαμβακερὲς κιλότες ἢ ἐφτιαχναν μόνες τους διάφορες κιλότες ἀπὸ λεπτὰ ὑφάσματα. Ἡ κυλόττα ἕσφιγγε στὴ μέση μὲ λαστιχάκι καὶ στὰ δύο ἀνοίγματα γιὰ τὰ μπούτια ἤτανε στολισμένη μὲ δαντελίτσα.

Ὅταν λοιπὸν ἐκείνη τὴ μακάβρια ἐποχὴ πήγαινες ραντεβουδάκι στὰ πέριξ, ἢ στὴν ἐξοχή, καθόσουνα κατάχαμα ἀφοῦ ἅπλωνες πρῶτα τὸ σακάκι σου ἢ τὸ παλτό σου ἀνάλογα. Μετὰ ἄρχιζες τὶς ἐργολαβίες ἢ τὶς γοργολαβίδες ποὺ ἔλεγε καὶ ὁ Μπαρμπαγιῶργος. Μετὰ τὰ προκαταρτικὰ φιλιὰ καὶ τὰ τριψίματα ὁ γκαβλωμένος  νέος δοκίμαζε νὰ κατεβάσει τὴν κιλότα τοῦ κοριτσιοῦ. Μάταιος κόπος.  Τὸ κορίτσι ἅρπαζε τὴ λαστιχένια βρακοζώνα της καὶ δὲν ἄφηνε νὰ τῆς κατεβάσουν τὴν κιλότα μὲ κανένα τρόπο. Τὸ κατέβασμα τῆς κιλότας ἐθεωρεῖτο ἐπικίνδυνη καὶ ἐπονείδιστη  πράξη. Σχετικὴ εἶναι καὶ ἡ ἔκφραση ποὺ λεγόταν: τῆς κατέβασα τὸ βρακί. Ὅταν τὸ κορίτσι ἦταν ἀμετάπειστο ἐπειδὴ φοβόταν τὸ ξεπαρθένεμα καὶ τὸ γκάστρωμα (μᾶλλον τὰ ἀδέλφια τῆς φοβόταν πιὸ πολὺ) τότε τὸ γκαυλωμένο ἀγόρι κατέφευγε στὰ μεγάλα μέσα: ἔβγαζε τὸν μποῦτσο του καὶ τὸν ἔχωνε ἀνάμεσα στὰ μπούτια τῆς ἀγαπημένης του καὶ γάμαγε τὸ κενό. Στὸ τέλος ὄχι μόνο ἐκσπερμάτωνε ἀλλὰ συχνάκις τὸ κορίτσι ἔμενε ἔγκυο ἀπὸ τὰ χύσια ποὺ εἶχαν μουσκέψει τὴν κιλότα της. Ἡ μέθοδος τοῦ γαμεῖν ἀνάμεσα στὰ μπούτια εἶναι γνωστὴ ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα (διαμηρισμός).  Εἶναι αὐτονόητο ὅτι τὸ κορίτσι ἀνεχότανε, ἐξ ἔρωτος, αὐτὴ τὴ μέθοδο ψευτοσυνουσίας, καμιὰ φορᾶ δὲ ἔφτανε καὶ σὲ ὀργασμό. Ὅταν τὸ ἀγόρι μὲ διάφορα κόλπα καὶ μαλαγανιὲς κατάφερνε νὰ κατεβάσει (καὶ σπανίως νὰ βγάλει) τὴν κιλότα  ἑνὸς κοριτσιοῦ,-ποὺ βεβαίως δὲν δεχότανε καθολικὴ συνουσία- τότε ἐφάρμοζε τὴν μέθοδο τοῦ μπατανὰ (τουρκιστὶ τὸ πινέλο, τὸ μπογιάτισμα) καὶ τοῦ πινέλου. Στὴν περίπτωση αὐτὴ τὸ ἀγόρι ἐπιανε τὸ μποῦτσο του καὶ τὸν ἔτριβε στὸ αἰδίον τοῦ κοριτσιοῦ, καὶ ὅταν τὸ κορίτσι φούντωνε καὶ ἄνοιγε τὰ πόδια τοῦ τὸ ἀγόρι ἀνεβοκατέβαζε τὸν μποῦτσο του πάνω στὰ αἰδιόχειλα ὅπως κάνουν οἱ μπογιατζῆδες μὲ τὸ πινέλο. Τοιουτοτρόπως τὸ κορίτσι γλυκαινόταν μέχρι ὀργασμοῦ. Ὁ μπαντανᾶς δὲν ἦταν καὶ ἀπόλυτα ἀσφαλὴς μέθοδος  καὶ ἀρκετὰ κορίτσια ἔμεναν γκαστρωμένα ἀπὸ μπαντανά. Σχετικὴ εἶναι καὶ ἡ βρισιὰ ποὺ λεγότανε τότε γιὰ τὰ  καχεκτικὰ παιδιὰ ποὺ τὰ ἀποκαλοῦσαν ἑφταμηνίτικα ἢ μπατανοπιάσματα. Ὡς γνωστὸν ὁ ἄνδρας στὸν ἔρωτα ζητάει ὅλο καὶ πιὸ πολλά. Ἔτσι τὸν παλιὸ ἐκεῖνο καιρὸ ὁ ἐραστὴς ἢ ὁ ἀρραβωνιαστικὸς ἤθελε καὶ κάτι πιὸ οὐσιαστικότερο. Ἀλλὰ τὰ περισσότερα κορίτσια ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἤσαν ἀνένδοτα. Διατηροῦσαν τὴν παρθενιά τους ὡς τὸν γάμο. Ὅμως δάνειζαν εὐκολότερα καὶ εὐχαρίστως τὴν κωλοτρυπίδα τους. Ὁ σοδομισμὸς ἐφαρμοζόταν κατὰ κόρον ἀπὸ τοὺς ἀρραβωνιασμένους καὶ ἀπὸ τοὺς ἐραστές. Αὐτὸς ὁ σοδομισμὸς ἄρχιζε σὰν δημογραφικὸς καὶ κατέληγε ἡδονιστικὸς σοδομισμός. γιατί μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου τὸ κορίτσι ἐθιζότανε στὸ σοδομισμὸ καὶ τὸ ἀπολάμβανε. Βέβαια τὰ ἴδια γινόντουσαν ἐκεῖνο τὸν καιρὸ παντοῦ πέριξ της Μεσογείου ἀλλὰ καὶ στὴν βόρεια Εὐρώπη. Στὴν Ἰταλία ἢ στὴν Ἱσπανία δὲ θυμᾶμαι ποὺ ἀκριβῶς, ὅταν ἕνα ἀρραβωνιασμένο ζευγάρι τύχαινε νὰ κοιμηθεῖ μαζί, βάζαν ἀνάμεσά τους μία ψηλὴ σανίδα. Ὅσοι ἔχετε διαβάσει τὸ Ἀραβικὸ μυθιστόρημα τοῦ Ἀλαντὶν θὰ μάθατε ὅτι ὅταν τύχαινε νὰ κοιμηθοῦν δύο ἄνδρες στὸ ἴδιο κιλίμι, ἔβαζαν ἀνάμεσά τους ἕνα γυμνὸ σπαθί.  Ὁ νοῶν νοείτω….

Ἐκεῖνα τὰ χρόνια δὲν συνήθιζαν τὶς πίπες καὶ τὰ κλαρίνα.  Ἦταν ἀδιανόητο νὰ προτείνεις στὸ κορίτσι ποὺ ἀγαποῦσες νὰ σοὺ κάνει τσιμπούκι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου