Πως πέθαναν οι Θεοί του Ολύμπου;

Από τα γέλια, όταν άκουσαν κάποιον να ισχυρίζεται

ότι είναι ο ένας και μοναδικός θεός.

Νίτσε

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Εἶναι ἀποδεδειγμένο: Οἱ μαλακίες πληρώνονται.





στορικό τεκμήριο



Εναι ποδεδειγμένο: Ο μαλακίες πληρώνονται.


ταν να νοιξιάτικο... μαγευτικό πρωινό. λιος λαμπε, πουλάκια πετοσαν καί κελαηδοσαν στά γύρω δέντρα, πεταλουδίτσες φτεροκοποσαν πό λουλούδι σέ λουλούδι, καί ο μελισσολες μάζευαν τή γύρη πό τά λουλουδάκια πού ργοσάλευαν πό τό παλό εράκι. Κάτω πό τόν τεράστιο πλάτανο στήν κρη τς συχης λιμνούλας, ξαπλωμένος νωχελικά στή σκιά του, γαλήνιος καί ετυχισμένος δάμ, ροχάλιζε συνοδεύοντας τούς χους τς φύσης.

Ξαφνικά ναςπόκωφος χος κούστηκε καί τά πάντα σίγησαν. δάμ μαχμουρλής νοιξε τά μάτια του καί ντίκρισε μπροστά του τό Θεό. Βλοσυρός, γέρωxος Παvτοκράτορας κοιτοσε τόν πρωτόπλαστό του μέ φος αστηρό. δάμ πγε νά χασκογελάσει λλά Πανάγαθος μίλησε:
- Ρέ τεμπελόσκυλο, λη μέρα θά κάθεσαι; Μά καλά, δέν θέλεις πιά τίποτα νά κάνεις σύ; Σού χάρισα ζωή, τόν παράδεισο, τή φύση λη κι σύ κοπροσκυλιάζεις λη μέρα;

δάμ ξυσε γιά 5 δεύτερα το κεφάλι του, λλα 2 το μούσι του καί τελικά επε:
- Ε καί τί νά κάνω; Φαγητό χω, δέ χρειάζεται νά δουλέψω. Ροχα, τί νά τά κάνω; Συνέχεια λιακάδα χει στόν παράδεισο. Γιατί νά χολοσκάω;
-Νά δημιουργήσεις κάτι ρέ. Νά βάλεις τό νιονιό σου νά δουλέψει. Νά πες κάποια στιγμή «ατό τό φτιαξα μόνος μου!». Ατό νά κάνεις.

  δάμ ξυσε γιά πέντε δεύτερα το κεφάλι του, λλα 2 τό μούσι του καί τελικά επε:
 - σεεεε… Μεγαλοδύναμε. Καί κανε νά γυρίσει πλευρό καί νά συνεχίσει τόν πνο του. λλά Παντοδύναμος συνέχισε μέ στεντόρεια  φωνή:
 - Τουλάχιστον ρέ ρεμαλοειδές ποκείμενο, ναν σύντροφο δέ θέλεις; Νά περντε μαζί τήν μέρα, νά συζηττε; λο μόνος σου καί ραχτός θέλεις νά κάθεσαι;

δάμ ξυσε γιά πέντε δεύτερα το κεφάλι του, λλα δύο το μούσι του καί τελικά επε:
- Τι είδους σύντροφο δηλαδή;
- Κάποιον στό εδος σου βρέ νεπρόκοπε. Τό νθρώπινο. να πλάσμα πού νά σέ νοιώθει, νά γελτε μαζί, νά σέ συμμερίζεται ταν εσαι στεναχωρημένος, νά σέ γαπάει νά σέ προσέχει καί νά σέ φροντίζει. Τίς νύχτες νά κοιμται στήν γκαλιά σου καί νά σέ σιγονανουρίζει, νά σέ χαϊδεύει. Νά κάνετε κολασμένο καί γλυκό ρωτα, χι μόνο πως τά λλα ζα γιά τή διαιώνιση το εδους λλά γιά τήν γκαύλα σας καί τήν ασθηση το ρωτα. Νά σέ κοιτάει στά μάτια καί νά’ σαι κόσμος λος. ταν λείπεις νά εναι πουσία σου συγνεφι καί σκοτάδι, ταν γυρνς φς, σά νά βγαίνει λιος, καί νά γελάει!

δάμ ξυσε γιά 5 δεύτερα το κεφάλι του, λλα 2 τό μούσι του καί να δευτερόλεπτο τά ρχίδια του καί τελικά επε:
 - Σάν καλό μου φαίνεται… Καί τί πρέπει νά κάνω; 
 - μπά τίποτα. πλς, ατό θά σο στοιχίσει τό να σου μάτι, τό να σου ατί καί τό να σου χέρι.

δάμ ξυσε γιά 5 δεύτερα το κεφάλι του, λλα 2 τό μούσι του καί κάνα δυό δευτερόλεπτα τά ρχίδια του καί τελικά επε:
- Δέ λέει!  κριβός εσαι ρε μάστορα… Μέ να πλευρό τί παίρνω…

Καταλάβατε τώρα τίνος τή μαλακία πληρώνουμε;